Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Βοιωτία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Main Image
 
 

Θεματικός Κατάλογος

empty
empty
 

Το έργο

empty
empty
arrow

Σύντομη Περιγραφή

arrow

Μεθοδολογία

arrow

Συντελεστές

 
 

Αράχοβα

      Αράχοβα (8/4/2011 v.1) Arachova - προς ανάθεση
line

Συγγραφή : Λαζαρίδης Κωνσταντίνος (20/12/2011)

Για παραπομπή: Λαζαρίδης Κωνσταντίνος, «Αράχοβα», 2011,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Βοιωτία

URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=12989>

 
 

1. Εισαγωγή

Χτισμένη σε υψόμετρο 960 μέτρων στις νότιες υπώρειες του Παρνασσού, στα βορειοδυτικά σύνορα της Βοιωτίας με τη Φωκίδα, η ορεινή κωμόπολη έχει το προνόμιο να βρίσκεται στο σταυροδρόμι ανάμεσα σε δύο, διαχρονικά, πολύ σημαντικούς προορισμούς: το μαντείο των Δελφών –και σήμερα αρχαιολογικό χώρο– στα δυτικά και τις κορυφές του Παρνασσού στο βορρά. Ιδιαίτερα η ανάπτυξη του χιονοδρομικού κέντρου του Παρνασσού τις τελευταίες δεκαετίες ανέδειξε την Αράχοβα το δημοφιλέστερο χειμερινό τουριστικό προορισμό της Ελλάδας, γεγονός που συνέβαλε τα μέγιστα στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής και στην αύξηση του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων της.

Διοικητικά η Αράχοβα, με την εφαρμογή του προγράμματος «Καλλικράτης», εντάχθηκε στον νέο Δήμο Διστόμου-Αράχωβας-Αντίκυρας, του οποίου αποτελεί Δημοτική Ενότητα. Εκτός από την Αράχοβα, στην ομώνυμη κοινότητα περιλαμβάνονται το Ζεμενό και τα Καλύβια Λιβαδιού Αράχοβας. Ο πληθυσμός της Αράχοβας σύμφωνα με την απογραφή του 2001 είναι 3.071 κάτοικοι.

2. Ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία

2.1. Προϊστορία και Αρχαιότητα

Τα πρώτα ίχνη κατοίκησης στην περιοχή της Αράχοβας εντοπίζονται με τη μορφή οικισμών στο λόφο Κουμούλα Παρνασσού, όπου υπάρχουν λείψανα από τη Μεσοελλαδική (1900-1600 π.Χ.) και Υστεροελλαδική (1600-1100 π.Χ.) περίοδο, στο Καστρούλι Ζεμενού, επίσης από την Υστεροελλαδική περίοδο, και στη θέση Καστρούλια, κοντά στον Πλείστο ποταμό.

Η περιοχή της Αράχοβας, κατά τους ιστορικούς χρόνους (μετά το 10ο αι. π.Χ.), ανήκε γεωγραφικά και πολιτικά στη Φωκίδα. Η κατοίκησή της ήταν πυκνή, ιδιαίτερα από την έναρξη της Κλασικής περιόδου, κατά τον 5ο αι. π.Χ., μέχρι και το τέλος των Ρωμαϊκών χρόνων, τον 4ο αι. μ.Χ. Τότε υπήρχαν δύο κύριες πόλεις στην περιοχή του Παλιόπυργου και του Νεκροταφείου και μικροί οικισμοί στην ευρύτερη περιοχή του Παρνασσού, της Πάνιας και του Ελαιώνα.

Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η τοποθεσία της αρχαίας πόλης της Ανεμώρειας ταυτίζεται με τη σημερινή Αράχοβα. Η Ανεμώρεια ανήκε στις πόλεις που συγκροτούσαν κατά τους Κλασικούς χρόνους το Φωκικό Κοινό. Ο Στράβων αναφέρει ότι η Ανεμώρεια βρισκόταν στα όρια μεταξύ Δελφών και Φωκίδας, κάτω από μια κορυφή του Παρνασσού. Ο Στέφανος Βυζάντιος αποκαλεί την Ανεμώρεια το σύνορο Φωκίδας και Δελφών και προσθέτει ότι ήταν τοποθετημένη πάνω σε έναν υψηλό λόφο. Η σύγχρονη Αράχοβα ανταποκρίνεται στις περιγραφές για τη γενική τοποθεσία της Ανεμώρειας: Βρίσκεται 8 χλμ. ανατολικά των Δελφών, πάνω σε ύψωμα, και ακριβώς κάτω από τις κορυφές του Παρνασσού. Η ταύτιση της Ανεμώρειας με την Αράχοβα ενισχύεται επίσης από την επανάληψη ενός χαρακτηριστικού τοπωνυμίου που συνδέεται με την Ανεμώρεια. Τόσο ο Στράβων όσο και ο Στέφανος Βυζάντιος λένε ότι η Ανεμώρεια βρίσκεται κάτω από τον Κατοπτήριο Χώρο. Σε ένα σχόλιο στην Ιλιάδα (Β 521) ο σχολιαστής αποδίδει το όνομα Ανεμώρεια στους ανέμους που φυσούν ορμητικά από τον Κατοπτήριο, απηχώντας την περιγραφή του Στράβωνα για τους θυελλώδεις ανέμους που φυσούσαν από τον Παρνασσό.

Επίσης, ο Αραχοβίτης γεωγράφος Γεώργιος Κρέμος στα τέλη του 19ου αιώνα κατέγραψε ένα βωμό αφιερωμένο στους Ανέμους, κάτι που αποτελεί πληροφορία πολύτιμη, καθώς μπορεί να συνδυαστεί με μία αναφορά του Ηροδότου. Ο ιστορικός αναφέρει ότι, καθώς ο στόλος του Ξέρξη ετοιμαζόταν να πλεύσει νότια της Θέρμης, οι κάτοικοι των Δελφών έχτισαν στη Θυία βωμό αφιερωμένο στους Ανέμους. Δεδομένου ότι το όνομα της Ανεμώρειας απηχεί το μυκηναϊκό όνομα A-ne-mo-i-je-re-ja, μιας ιέρειας των Ανέμων γνωστής από την Κνωσό, είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι το ιερό της Θυίας ανταποκρίνεται στην αναφορά του Κρέμου για το βωμό των Ανέμων στην περιοχή της Αράχοβας και, ως εκ τούτου, ισχυροποιείται η ταύτιση του σύγχρονου χωριού με την Ανεμώρεια.

Ο σημερινός οικισμός του Ζεμενού βρίσκεται στο σημείο όπου περνούσε η Σχιστή οδός, η Στενή ή η Τραχεία της αρχαιότητας. Από το δρόμο αυτό έστελναν τα αναθήματά τους οι Έλληνες στο μαντείο των Δελφών. Σε μερικά σημεία διακρίνονται ακόμα και σήμερα οι τροχιές από τα άρματα που περνούσαν συχνά από το σημείο αυτό – τα «λούκια», όπως τα ονομάζουν οι ντόπιοι. Στο μέρος αυτό, σύμφωνα με τον Παυσανία, σκότωσε ο Οιδίποδας, επιστρέφοντας από τους Δελφούς, τον πατέρα του, το βασιλιά Λάιο, που κατευθυνόταν στο μαντείο. Στην τοποθεσία αυτή βρίσκεται, σύμφωνα πάντα με τον Παυσανία, και ο τάφος του Λαΐου.

Στη νοτιοδυτική πλευρά του Παρνασσού, σε υψόμετρο 1.360 μ. και σε απόσταση περίπου 10 χλμ. από την πόλη της Αράχοβας, βρίσκεται το Κωρύκειο σπήλαιο ή Κωρύκειο άντρο. Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, ο χώρος ήταν σε χρήση ήδη από τη Μέση και Νεότερη Νεολιθική εποχή. Για την ονομασία του υπάρχουν πολλές εκδοχές· ενδεικτικά θα αναφέρουμε την ερμηνεία που δίνει ο περιηγητής Παυσανίας, ότι το σπήλαιο πήρε το όνομά του από τη νύμφη Κωρυκία. Το σπήλαιο ήταν αφιερωμένο στη λατρεία του Πάνα και των Κωρυκίων Νυμφών και θεωρούνταν χώρος ιερός. Σήμερα το Κωρύκειο ονομάζεται Σαρανταύλι, γιατί σύμφωνα με την παράδοση οι άνθρωποι πίστευαν ότι ήταν τόσο μεγάλο σε έκταση, ώστε είχε σαράντα αυλές, θαλάμους.

2.2. Μέσοι χρόνοι

Στην περιοχή Πάνια εντοπίζεται ο παλαιοχριστιανικός οικισμός (4ος-7ος αι.), που ορίζεται από την ύπαρξη τριών μονόχωρων ναών. Η κατοίκηση συνεχίστηκε στον ίδιο χώρο μέχρι και τα Μεσοβυζαντινά χρόνια (10-11ος αι.) και μετά μετακινήθηκε στον τόπο του σημερινού οικισμού. Ο Γάλλος ιστορικός F. Pouqueville αναφέρει ότι η Αράχοβα το 13ο αιώνα κυβερνήθηκε από έναν ευγενή της οικογένειας de Nolse, και ο περιηγητής Κυριακός ο Αγκωνίτης το 1435, που πέρασε από την περιοχή, αναφέρει ότι η πόλη ήταν πολυάνθρωπη. Από έναν πολύ μεγάλο αναλογικά αριθμό εκκλησιών που είχαν χτιστεί στην Αράχοβα, ξεχωριστό ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι ναοί του Αγίου Ιωάννη και του Αγίου Γεωργίου.

Η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη χρονολογείται στα τέλη της Βυζαντινής περιόδου, έχει υποστεί νεότερες επεμβάσεις και υπήρξε τόπος συγκέντρωσης των Φιλικών.

Η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου χρονολογείται τη Μεταβυζαντινή περίοδο και είναι γνωστή κυρίως για το γεγονός ότι κατά τη μάχη της Αράχοβας, το 1826, ο Καραϊσκάκης τη χρησιμοποίησε ως στρατηγείο του.

2.3. Οθωμανική περίοδος

Οι πληροφορίες που έχουμε για την Αράχοβα τους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας στην Ελλάδα προέρχονται κυρίως από τους Ευρωπαίους περιηγητές. Το 1676 ο Γάλλος γιατρός Jacob Spon μαζί με τον Άγγλο αρχαιολόγο George Wheler, έπειτα από επίσκεψή τους στην περιοχή, αναφέρουν ότι «η Αράχοβα είναι ένα μεγάλο χωριό με 200 ή 300 οικογένειες. Όλοι οι κάτοικοι είναι Έλληνες ή Αρβανίτες, με ένα σούμπαση ή βοεβόδα Τούρκο, ενώ υπάρχουν και πολλές εκκλησίες, η κυριότερη των οποίων είναι αφιερωμένη στην Παναγία». Πέρα από τις ιστορικές πληροφορίες που μπορούμε να αντλήσουμε μέσα από τα κείμενα των περιηγητών, αναδεικνύεται και ο ειλικρινής θαυμασμός τους για το αλπικό κλίμα του Παρνασσού και για τη φυσική ομορφιά του τοπίου αλλά και των κατοίκων της Αράχοβας.

Η έκρηξη της Επανάστασης σηματοδότησε την αρχή μιας περιόδου δοκιμασιών και αγώνων για την Αράχοβα και τους κατοίκους της. To 1823 ο Περκόφτσαλη πασάς έκαψε σχεδόν όλη τη βόρεια πλευρά του οικισμού, γιατί είχε πληροφορίες ότι εκεί κατασκευάζονταν πυρομαχικά, γεγονός που αποτυπώθηκε στη δημοτική μουσική παράδοση με το ξακουστό τραγούδι «Κατακαημένη Αράχοβα».

Το σημαντικότερο ίσως κεφάλαιο στη σύγχρονη ιστορία της Αράχοβας είναι η μεγάλης σημασίας για την εξέλιξη της Ελληνικής Επανάστασης ομώνυμη μάχη που δόθηκε από τις 18 έως τις 24 Νοεμβρίου 1826. Μεσούσης της πολιορκίας της Ακρόπολης από τους Τούρκους, ο Καραϊσκάκης με λίγους πολεμιστές έφυγε από την Αθήνα με κατεύθυνση τη Ρούμελη, για να ανακόψει τον ανεφοδιασμό των Τούρκων από το βορρά και να τους κάνει αντιπερισπασμό. Στο ίδιο διάστημα, στις 18 Νοεμβρίου 1826, ο Μουστάμπεης επικεφαλής ενός σώματος 2.000 επίλεκτων Τουρκαλβανών και 200 ιππέων κινήθηκε για να καταλάβει την Αράχοβα, που η θέση της είχε στρατηγική σημασία. Ο Καραϊσκάκης, που πληροφορήθηκε αυτή την εξέλιξη, με τη συνδρομή εμπειροπόλεμων οπλαρχηγών κατόρθωσε να επιφέρει καίρια πλήγματα στον αντίπαλο στρατό, που αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να οχυρωθεί σε ένα λόφο πάνω από το χωριό, πίσω από την εκκλησία του Αϊ-Γιώργη. Στον αυλόγυρο της εκκλησιάς και στα γύρω σπίτια ταμπουρώθηκε η εμπροσθοφυλακή του Καραϊσκάκη.

Το δριμύ ψύχος, το χιόνι, η καταρρακτώδης βροχή και η πείνα ανάγκασαν τελικά τους Τουρκαλβανούς να ζητήσουν συνθηκολόγηση, αλλά οι όροι που έθεσε ο Καραϊσκάκης δεν έγιναν δεκτοί από το Μουστάμπεη. Τελικά, ύστερα από σχεδόν 5 ημέρες πολιορκίας, την 24η Απριλίου, οι Τούρκοι προέβησαν σε απελπισμένη έξοδο προς τις χιονισμένες κορυφές του Παρνασσού, με τραγικό γι’ αυτούς αποτέλεσμα, αφού οι περισσότεροι βρήκαν το θάνατο είτε από τους άνδρες του Καραϊσκάκη, που τους καταδίωκαν, είτε από το ψύχος. Την επόμενη μέρα της μάχης, ο Καραϊσκάκης έστησε τρόπαιο με 300 κεφάλια των εχθρών, ανάμεσά τους και του Μουστάμπεη, με την επιγραφή: «Τρόπαιον των Ελλήνων κατά των βαρβάρων Οθωμανών ανεγερθέν κατά το 1826 έτος Νοεμβρίου 24. Εν Αράχωβα».

2.4. Νεότεροι χρόνοι

Μετά τον αγώνα της ανεξαρτησίας, η Αράχοβα και ο Παρνασσός βρέθηκαν και πάλι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος ξένων, αλλά και Ελλήνων επισκεπτών, που ανακόπηκε όμως γύρω στα μέσα του αιώνα, καθώς όλο το βουνό του Παρνασσού σταδιακά είχε βρεθεί σε αποκλεισμό εξαιτίας της ληστείας. Η εδαφική διαμόρφωση του Παρνασσού βοηθούσε τους ληστές που το είχαν επιλέξει για λημέρι τους. Ο Αραχοβίτης υπολοχαγός Ιωάννης Μέγας ανέλαβε να εκκαθαρίσει την περιοχή του από τους ληστές και το κατάφερε, αλλά με κόστος την ίδια του τη ζωή. Στην πολύνεκρη μάχη στην περιοχή του Ζεμενού, στις 12 Ιουλίου 1856, συγκρούστηκαν οι δυνάμεις των ληστών υπό τον περιβόητο Χρήστο Νταβέλη και της εθνικής χωροφυλακής υπό τον Ιωάννη Μέγα. Ανάμεσα στους νεκρούς συγκαταλέγονται τόσο ο λήσταρχος Νταβέλης όσο και ο διώκτης του.

Το τελευταίο και ίσως δραματικότερο κεφάλαιο στην ιστορία της Αράχοβας αφορά τα γεγονότα της γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1943, δόθηκε μια σημαντική μάχη στη Σφάλα, στο δρόμο προς τους Δελφούς, όπου οι Αραχοβίτες σε συνεργασία με τους αντάρτες του ΕΛΑΣ κατατρόπωσαν ένα ιταλικό τάγμα 700 ανδρών.

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής, το χωριό υπέστη μεγάλες καταστροφές και εκτελέστηκαν πολλοί κάτοικοι για την αντιστασιακή δράση τους, με αποκορύφωμα ίσως το διήμερο 14-15 Μαρτίου 1944, κατά το οποίο μόνο έχασαν τη ζωή τους 20 άνθρωποι και καταστράφηκαν 300 οικίες και δημόσια κτίσματα, ανάμεσά τους το περίφημο Ρολόι, και η δυτική πλευρά του Σχολείου (κτηρίου όπου σήμερα στεγάζεται το Μουσείο της Αράχοβας).

3. Οικονομία

Πέρα από τη μακρά ιστορία της η Αράχοβα διακρίνεται και για την πλούσια λαογραφική παράδοσή της. Από τα μέσα του 19ου αιώνα, οι Αραχοβίτισσες άρχισαν να φανερώνουν ξεχωριστή επιτήδευση στον αργαλειό. Το πηγαίο τους καλλιτεχνικό συναίσθημα και ο συναγωνισμός ανάμεσα στις υφάντρες της Αράχοβας έκανε σύντομα τα υφαντά τους να αποτελούν αντικείμενα θαυμασμού σε όλη τη γύρω περιοχή. Με τον καιρό δεν περιορίζονταν να φτιάχνουν μόνο τα απαραίτητα για το νοικοκυριό τους και την προίκα τους, αλλά άρχισαν να δέχονται παραγγελίες από διάφορα μέρη και να «ξενοϋφαίνουν». Σταδιακά συστηματοποίησαν την υφαντική τους με αποτέλεσμα να γίνει ένα από τα κυριότερα εισοδήματα για τις Αραχοβίτισσες. Η παράδοση αυτή κληρονομήθηκε από γενιά σε γενιά και, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, στην Αράχοβα λειτουργούσαν περίπου 1.100 αργαλειοί και 1.500 Αραχοβίτισσες απασχολούνταν στην ταπητουργία. Η δουλειά τους βραβεύτηκε σε εκθέσεις, ενώ το ένα τρίτο της παραγωγής προοριζόταν για την αγορά του εξωτερικού. Μέχρι και σχετικά πρόσφατα, τουλάχιστον πριν από τη διόγκωση του τουριστικού ρεύματος, οι Αραχοβίτες αποκόμιζαν μεγάλο ποσοστό εσόδων και από τον ελαιώνα τους.

Η Αράχοβα φημίζεται ακόμα για τα τοπικά προϊόντα της, όπως το κρασί, τα δημητριακά, το μέλι, τη φέτα Παρνασσού και το περίφημο σκληρό τυρί, τη φορμαέλα.

4. Πανηγύρια

Ξεχωριστή θέση στη ζωή του χωριού έχει το Πανηγυράκι του Αγίου Γεωργίου, που γίνεται στις 23 Απριλίου, με την ιστορία του να ανάγεται στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Μετά την Επανάσταση, οι κάτοικοι καθιέρωσαν τον τριήμερο εορτασμό της μνήμης του προστάτη αγίου της Αράχοβας και μαζί του ήρωά τους Γεώργιου Καραϊσκάκη, που πέθανε ανήμερα της γιορτής του. Οι εορτασμοί περιλαμβάνουν αγωνίσματα όπως: ανηφορικός αγώνας δρόμου, άλμα, σήκωμα πέτρας, λιθοβολία και πάλη. Τα αγωνίσματα πραγματοποιούνται στο χώρο της μεγάλης μάχης και τα έπαθλα για τους νικητές είναι αρνιά που προσφέρουν οι τσοπάνηδες στον Αϊ-Γιώργη. Οι εορτασμοί ολοκληρώνονται στις 25 Απριλίου με παραδοσιακό αραχοβίτικο γλέντι. Αξίζει να τονιστεί ο συμβολικός πολεμικός χαρακτήρας που έχει αυτή η γιορτή, καθώς ξεκινά υπό τον ήχο σάλπιγγας και κανονιοβολισμών.

Το αγώνισμα του ανηφορικού δρόμου μοιάζει με αναπαράσταση της καταδίωξης του στρατού του Μουστάμπεη από τους Έλληνες, ενώ και τα υπόλοιπα αγωνίσματα φαίνονται ότι απηχούν τους πολεμικούς αγώνες και το σκληρό τρόπο ζωής των αρματολών κατά τη διάρκεια της Επανάστασης.

5. Η Αράχοβα και τουρισμός

Ενδεικτικό της δημοφιλίας της Αράχοβας ως τουριστικού προορισμού είναι και το γεγονός ότι πολλοί διάσημοι επισκέπτες έχουν περάσει κατά καιρούς από την περιοχή, άλλοτε πηγαίνοντας προς τους Δελφούς ή προς τις κορυφές του Παρνασσού, άλλοτε για να γνωρίσουν την ομορφιά του χωριού· ανάμεσά τους ο πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας Όθων, ο Αριστοτέλης Ωνάσης, η Μαρία Κάλλας, ο Winston Churchill, o Κωνσταντίνος Καραμανλής, αλλά και το συγκρότημα των Beatles.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η Αράχοβα αποτέλεσε το σκηνικό σε γνωστές κινηματογραφικές ταινίες καταξιωμένων σκηνοθετών, όπως: Το τελευταίο ψέμα (1958) του Μιχάλη Κακογιάννη, Η κόρη της Πενταγιώτισσας (1967) του Αντώνη Τέμπου και τα Πέτρινα Χρόνια (1985) του Παντελή Βούλγαρη.

 

Κεφάλαια

empty
empty

Δελτίο λήμματος

 

Φωτοθήκη

empty
empty
 
 
empty
emptyemptyempty
empty press image to open photo library empty
empty
empty
 Άνοιγμα Φωτοθήκης 
 
 

Βοηθήματα Λήμματος

empty
empty
 
 
  KTP   ESPA   MNEC   INFOSOC   EU