Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Βοιωτία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Main Image
 
 

Θεματικός Κατάλογος

empty
empty
 

Το έργο

empty
empty
arrow

Σύντομη Περιγραφή

arrow

Μεθοδολογία

arrow

Συντελεστές

 
 

Αποστραγγιστικά έργα Κωπαΐδας στην Προϊστορία και την Αρχαιότητα

      Αποστραγγιστικά έργα Κωπαΐδας στην Προϊστορία και την Αρχαιότητα (8/4/2011 v.1) Ancient Drainage Works in the Kopais Lake - προς ανάθεση
line

Συγγραφή : Φάππας Ιωάννης (29/6/2012)

Για παραπομπή: Φάππας Ιωάννης, «Αποστραγγιστικά έργα Κωπαΐδας στην Προϊστορία και την Αρχαιότητα», 2012,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Βοιωτία

URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=14434>

 
 

1. Η λίμνη Κωπαϊδα

Στο κέντρο της Βοιωτίας απλώνεται σήμερα μια μεγάλη και εύφορη πεδιάδα, η Κωπαΐδα, η καλλιέργεια της οποίας έχει συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας και στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων των γύρω πολέων και οικισμών. Δεν ήταν όμως πάντοτε έτσι, καθώς στο μεγαλύτερο τμήμα της ιστορίας της, από την αρχαιότητα ως και τις αρχές του περασμένου αιώνα, η Κωπαΐδα, κλειστή φυσική λεκάνη η ίδια, υπήρξε, στο κεντρικό της τουλάχιστον τμήμα, μεγάλη λίμνη, την οποία σχημάτιζαν τα νερά των ποταμών και των ρεμάτων που εισέρρεαν σε αυτήν.

2. Η αποξήρανση της Κωπαΐδας στα μυκηναϊκά χρόνια

Η σύγχρονη, ωστόσο, ιστορία της Κωπαΐδας, με την αποξήρανση και την απόδοσή της στην καλλιέργεια, αντιγράφει μια πολύ παλαιότερη όμοια ιστορία που ανάγεται στους χρόνους της μεγάλης ακμής των μυκηναϊκών ανακτόρων, όταν στην περιοχή κυριαρχούσε το μεγάλο κέντρο του βοιωτικού Ορχομενού. Την εποχή αυτή ήταν που αναλήφθηκε το μεγαλόπνοο έργο της αποστράγγισης της λίμνης, αποτέλεσμα ενός μεγαλειώδους σε σύλληψη και εκτέλεση σχεδίου, η απήχηση του οποίου στις κατοπινές γενιές ήταν τέτοια ώστε να αποδοθεί στους Μινύες, τους μυθικούς κατοίκους του Ορχομενού, και να δώσει τροφή για μύθους και παραδόσεις σχετικά με την κατασκευή, τη χρησιμότητα και την τελική του καταστροφή.

2.1. Η μέθοδος της αποξήρανσης

Το σχέδιο αποξήρανσης της λίμνης, που πραγματοποιήθηκε πιθανότατα τον 13ο αι. π.Χ., ήταν εξαιρετικά σύνθετο και αποτελούνταν από ένα σύνολο επιμέρους τεχνικών έργων που λειτουργούσαν συμπληρωματικά και σε άμεση συνάρτηση μεταξύ τους. Βασίστηκε κυρίως στην εκτροπή των ποταμών Κηφισού και Μέλανα που, ιδιαίτερα κατά τη χειμερινή περίοδο, κατέκλυζαν τη λεκάνη μετατρέποντάς την σε λίμνη. Για την εκτροπή τους οι Μυκηναίοι έσκαψαν βαθιά κανάλια και ανύψωσαν μεγάλα αναχώματα, διοχετεύοντας τα νερά των ποταμών στις καταβόθρες που υπήρχαν στις ανατολικές και βορειοανατολικές παρυφές της λίμνης, μέσω των οποίων τους έδωσαν διέξοδο προς τη θάλασσα στην περιοχή της Λάρυμνας. Τα μεγάλα τεχνικά έργα περιλάμβαναν επίσης τεχνητές λίμνες που χρησιμοποιούνταν ως ταμιευτήρες ύδατος, από τις οποίες μπορούσαν να αντλούν νερό σε περιόδους ξηρασίας, ενώ συγκεκριμένα σημεία τους ήταν έτσι διαμορφωμένα ώστε να υπερχειλίζουν σε περιπτώσεις πλημμυρών, αφήνοντας κάθε φορά ελεγχόμενο όγκο νερού να εισρέει στο εσωτερικό της λίμνης.

2.2. Η μεγάλη τάφρος

Το εντυπωσιακότερο τμήμα των έργων ήταν η βόρεια αποστραγγιστική τάφρος που διέτρεχε σε μήκος 25 περίπου χιλιομέτρων τις βόρειες παρυφές της λίμνης. Ξεκινούσε από την περιοχή ανατολικά του Ορχομενού και έφτανε στην περιοχή του σημερινού Κάστρου, όπου διακλαδιζόταν σε δύο τμήματα, με πορεία προς τα βορειοανατολικά και τα νότια, προς τα σημεία δηλαδή όπου βρίσκονταν οι φυσικές καταβόθρες. Κατά μήκος της νότιας πλευράς της τάφρου οι Μυκηναίοι ύψωσαν με το χώμα από την εκσκαφή της ένα μεγάλο ανάχωμα, με ύψος που έφτανε τουλάχιστον τα τρία και πλάτος τα τριάντα μέτρα, τμήματα του οποίου είναι και σήμερα ορατά. Στην κάθε μια από τις δύο μακρές πλευρές του αναχώματος έκτισαν με μεγάλους ασβεστολιθικούς ογκόλιθους από έναν ισχυρό κυκλώπειο τοίχο που είχε πάχος δυόμισι περίπου μέτρα, εμποδίζοντας έτσι τη διάβρωση του χώματος από τα νερά της λίμνης και της τάφρου. Το ανάχωμα αυτό απέτρεπε αφενός την κατάκλυση της λεκάνης από τα νερά των ποταμών σε περιόδους πλημμυρών, συγκρατώντας τα και περιορίζοντάς τα μεταξύ αυτού και των βόρειων παρυφών της λεκάνης, ενώ ταυτόχρονα θα αποτελούσε και έναν ασφαλή δρόμο για τη διακίνηση και τη μεταφορά ανθρώπων και εμπορευμάτων, βαίνοντας παράλληλα με τη μεγάλη αποστραγγιστική τάφρο που πιθανότατα ήταν πλωτή για να χρησιμεύει και ως υδάτινος δρόμος.

Είναι επίσης πιθανό ότι αντίστοιχη τάφρος σκάφτηκε και κατά μήκος της δυτικής και της νότιας πλευράς της λίμνης. Αν και η ίδια δεν έχει ακόμα εντοπιστεί, η ύπαρξή της εκεί θα εξυπηρετούσε τη συγκέντρωση των νερών της Έρκυνας και των ρεμάτων που κατέβαιναν στην περιοχή αυτή από τις υπώρειες του Ελικώνα και του Σφιγγίου όρους και τη διοχέτευσή τους στις καταβόθρες της νοτιοανατολικής και ανατολικής πλευράς της λεκάνης και από εκεί στην Υλίκη.

Με το πολύπλοκο αυτό σύστημα τάφρων, αναχωμάτων και φυσικών καταβοθρών μεγάλο μέρος από τον όγκο του νερού που εισέρεε στη λίμνη διοχετευόταν αμέσως στη θάλασσα και την Υλίκη, ενώ το υπόλοιπο που έπεφτε στη λεκάνη κατελάμβανε μόνο τον κεντρικό της χώρο. Επετεύχθη έτσι η αποστράγγιση μεγάλου τμήματος της λίμνης, κυρίως στην περιφέρειά της. Ιδιαίτερα κατά τους θερινούς μήνες, όταν η ποσότητα του νερού που κατέβαζαν τα ποτάμια μειωνόταν αισθητά, η λίμνη δεν δεχόταν πλέον άλλες εισροές, με αποτέλεσμα, λόγω και της φυσικής εξάτμισης, το νερό που προηγουμένως συγκεντρωνόταν εκεί να περιορίζεται συνεχώς. Επιπροσθέτως, φαίνεται ότι οι αποξηραμένες εκτάσεις στις βόρειες, ανατολικές και νότιες παρυφές της λεκάνης προστατεύθηκαν με μεγάλα αναχώματα, τα οποία δημιούργησαν εκτεταμένα στεγανά βαθύπεδα που αποδώθηκαν στην καλλιέργεια.

2.3. Επίβλεψη και φύλαξη

Η επίβλεψη των βόρειων αποστραγγιστικών έργων γινόταν πιθανότατα από την τεράστια οχυρωμένη εγκατάσταση του Γλά που οικοδομήθηκε στο πιο καίριο σημείο τους, στον βορειοανατολικό μυχό της Κωπαΐδας, σε συνδυασμό με μια σειρά μικρών οχυρωμένων θέσεων που ήταν διεσπαρμένες περιμετρικά, επάνω στις βραχώδεις κορυφές των παρυφών της λεκάνης. Το νότιο τμήμα τους επιτηρούταν ίσως από την Αλίαρτο και το βοιωτικό Μεδεώνα που βρίσκονταν σε επίκαιρα σημεία κοντά στην υποτιθέμενη νότια αποστραγγιστική τάφρο.

3. Παρακμή και εγκατάλειψη

Μετά την κατάρρευση του ανακτορικού συστήματος γύρω στο 1200 π.Χ. και την απουσία ισχυρής κεντρικής εξουσίας στην περιοχή, τα αποστραγγιστικά έργα της Κωπαΐδας εγκαταλείφθηκαν και αχρηστεύτηκαν, γεγονός που η μυθολογική αφήγηση αποδίδει στην επέμβαση του Θηβαίου Ηρακλή και στην έχθρα Ορχομενίων και Θηβαίων. Έτσι, η Κωπαΐδα κατέστη και πάλι μια μεγάλη λίμνη, γεμάτη νερό το χειμώνα και έλη κατά τους θερινούς μήνες.

4. Νέα αποξήρανση τον 4ο αιώνα

Οι αναταραχές και η πολιτική αστάθεια που ακολούθησαν κατά τους ιστορικούς χρόνους δεν επέτρεψαν την ανάληψη παρόμοιου εγχειρήματος για την εκ νέου αποστράγγισή της, κάτι που συνέβη όταν, μετά τη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ., η Μακεδονία υπό τον Φίλιππο Β΄ και τον Αλέξανδρο Γ΄ εδραιώθηκε στην κεντρική και νότια Ελλάδα. Τότε ήταν που, σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, ο Μέγας Αλέξανδρος ανέθεσε στον μηχανικό του, μεταλλευτή και ταφρωρύχο Κράτη, να αποξηράνει μεγάλο μέρος της λίμνης, πράγμα που έγινε το 335-331 π.Χ. με τη μερική χρήση των παλαιών μυκηναϊκών έργων, αλλά και την εκσκαφή μιας νέας κεντρικής αποστραγγιστικής τάφρου κατά μήκος της κωπαϊδικής λεκάνης.

Μέρος των έργων αυτών αποτελούσε πιθανώς και η μεγάλη τεχνητή σήραγγα που επιχειρήθηκε να κατασκευαστεί στην περιοχή του Κεφαλαρίου, ακριβώς στον βορειοανατολικό μυχό της λεκάνης, για την απομάκρυνση των υδάτων προς τον κόλπο της Λάρυμνας. Σκοπός της ήταν να ενισχύει το έργο των καταβοθρών που βρίσκονταν στην περιοχή αυτή λαμβάνοντας η ίδια μεγάλο μέρος από τον όγκο του νερού που συγκεντρωνόταν εκεί, γεγονός που δείχνει ότι οι ποσότητες των υδάτων που η παλιά μυκηναϊκή αποστραγγιστική τάφρος διοχέτευε στο σημείο αυτό ήταν πραγματικά τεράστιες. Για τη διάνοιξη της σήραγγας, που είχε μήκος δύο χιλιόμετρα, πλάτος 1,5 και ύψος 1,7 μέτρα. σκάφτηκαν δεκαέξι συνολικά κάθετα φρέατα, στο τελικό βάθος των οποίων ανοιγόταν και προς τις δύο κατευθύνσεις η υπόγεια σήραγγα. Τα φρέατα, ωστόσο, αυτά για άγνωστους σε μας λόγους δεν έφτασαν όλα στο επιθυμητό βάθος και έτσι η σήραγγα έμμεινε ημιτελής.

5. Αποξήρανση κατά τη ρωμαϊκή περίοδο

Μικρότερης έκτασης τεχνικά έργα για την αποξήρανση μέρους της κωπαϊδικής λεκάνης πραγματοποιήθηκαν και κατά τους χρόνους που ακολούθησαν. Σε αυτά πρωτοστάτησε αρχικά μια σημαίνουσα μορφή της αρχαίας Ακραιφίας, ο Επαμεινώνδας Επαμεινώνδου, ευεργέτης της πόλεως και του Βοιωτικού Κοινού, ο οποίος, σύμφωνα με επιγραφή του 1ου αι. μ.Χ. από το σημερινό Ακραίφνιο, χρηματοδότησε την επισκευή των παραμελημένων αναχωμάτων της περιοχής προσπαθώντας να σώσει την καλλιεργήσιμη γη του τόπου του από την υπερχείλιση της λίμνης κατά τους χειμερινούς μήνες.

Αντίστοιχα έργα πραγματοποιήθηκαν λίγο αργότερα και στην αντίπερα όχθη της λίμνης, στην περιοχή της Κορώνειας, όπως μαρτυρούν τρεις αυτοκρατορικές επιστολές που στάλθηκαν από τον αυτοκράτορα Αδριανό (117-138 μ.Χ.) μετά από την επίσκεψή του στην πόλη το 125 μ.Χ. Οι επιστολές αυτές χαράχθηκαν σε μεγάλους μαρμάρινους ορθοστάτες που βρέθηκαν στην περιοχή και αναφέρονται στα αντιπλημμυρικά έργα που πραγματοποιήθηκαν εκεί κατ’ εντολή του ίδιου του αυτοκράτορα, ο οποίος αυτοπροσώπως διέγνωσε το πρόβλημα έλλειψης καλλιεργήσιμης γης που προκαλούσαν οι πλημμύρες των ποταμών και των ρεμάτων της δυτικής Κωπαΐδας.

Η πρώτη επιστολή χρονολογείται στο 125 μ.Χ. και σε αυτή καταγράφεται η διαπίστωση του αυτοκράτορα για την ανάγκη διευθέτησης της κοίτης των ποταμών της περιοχής μέσω της εκσκαφής τάφρων και της κατασκευής αναχωμάτων. Ο αυτοκράτορας χρησιμοποίησε εμπειρογνώμονες που εκτίμησαν το κόστος κατασκευής του έργου και με βάση αυτούς ενημερώνει τους Κορωνείς ότι τους χορηγεί εξήντα πέντε χιλιάδες δηνάρια για την ολοκλήρωσή του, αφήνοντας σε αυτούς την επιλογή των αναδόχων που θα το εκτελούσαν.

Ο αυτοκράτορας επανέρχεται στο θέμα με νέα επιστολή του το 135 μ.Χ., καθώς ίσως δεν είχε σημειωθεί αξιόλογη πρόοδος στις εργασίες. Τη φορά αυτή κάνει ειδική αναφορά στον ποταμό της περιοχής Φάλαρο, γνωστοποιώντας στους Κορωνείς ότι τους έστειλε για την διευθέτηση του ζητήματος τον αγαπητό του φίλο Αιμίλιο Ιούγκο, τον οποίο οι ίδιοι θα έπρεπε να ενημερώσουν για ό,τι είχαν πριν από δέκα χρόνια πει και στον ίδιο τον αυτοκράτορα.

Η αποστολή του Αιμιλίου Ιούγκου φαίνεται πως υπήρξε καταλυτική, καθώς στην τρίτη αυτοκρατορική επιστολή που χρονολογείται ανάμεσα στο 135 και το 137 μ.Χ. τα έργα στον ποταμό Φάλαρο εμφανίζονται να έχουν ήδη ολοκληρωθεί. Ο Αδριανός, φανερά ικανοποιημένος από την αίσια έκβασή τους, εφιστά την προσοχή των Κορωνέων ώστε να μην παραμελήσουν τη συντήρηση των έργων και τα αφήσουν έτσι να καταστραφούν. Τους επισημαίνει, ωστόσο, ότι όποιος προξενούσε βλάβη σε αυτά θα αναγκαζόταν να επανορθώσει, ενώ η πόλη θα υποχρεωνόταν να καταβάλει πρόστιμο χιλίων πεντακοσίων δηναρίων.

Οι μικρής έκτασης επεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Κωπαΐδα κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους ολοκλήρωσαν τον κύκλο των τεχνικών έργων που έγιναν σε αυτή κατά την αρχαιότητα για τη διευθέτηση του ρου των ποταμών και την αποκόμιση καλλιεργήσιμου εδάφους. Ο επόμενος σταθμός στη μακρά αυτή ιστορία θα ήταν μόλις στη σύγχρονη εποχή, όταν το 1931, μετά από αρχική αποτυχημένη προσπάθεια, κατέστη δυνατό να επαναληφθεί το παλαιό επίτευγμα των Μυκηναίων κατοίκων του Ορχομενού, η ολική δηλαδή αποξήρανση της λίμνης.

 

Κεφάλαια

empty
empty

Δελτίο λήμματος

 

Φωτοθήκη

empty
empty
 
 
empty
emptyemptyempty
empty press image to open photo library empty
empty
empty
 Άνοιγμα Φωτοθήκης 
 
 

Βοηθήματα Λήμματος

empty
empty
 
 
  KTP   ESPA   MNEC   INFOSOC   EU