Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Βοιωτία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Main Image
 
 

Θεματικός Κατάλογος

empty
empty
 

Το έργο

empty
empty
arrow

Σύντομη Περιγραφή

arrow

Μεθοδολογία

arrow

Συντελεστές

 
 

Παραδοσιακή μουσική στη Βοιωτία

      Παραδοσιακή μουσική στη Βοιωτία (11/4/2011 v.1) Folk music in Boeotia - προς ανάθεση
line

Συγγραφή : Γιαννακοδήμου Άννα-Μαρία

Για παραπομπή: Γιαννακοδήμου Άννα-Μαρία, «Παραδοσιακή μουσική στη Βοιωτία»,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Βοιωτία

URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=14515>

 
 

1. Οι μουσικοί

Ενώ στην Αρχαιότητα και στο Βυζάντιο υπήρχε ολοκληρωμένο μουσικό θεωρητικό σύστημα, η ελληνική μουσική εκπαίδευση από την περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας ως τα τέλη του 19ου αι. βασίστηκε κυρίως στην προφορική παράδοση. Οι πρώτοι πλανόδιοι (αυτοδίδακτοι) μουσικοί μετά την επανάσταση του ’21 ήταν πρώην κλέφτες και αρματολοί οι οποίοι μάθαιναν δύο κομμάτια, ένα αργό (το λαγιαρνί) και ένα γρήγορο (το γιομάτο) και υποχρέωναν ακόμα και με απειλή όπλου τη μίσθωσή τους σε γλέντια λέγοντας: «το λαγιαρνί και το γιομάτο και τα λεφτά στο πιάτο» (Παπαδάκης, 2003). Παράλληλα κάθε χωριό είχε τους μουσικούς του. Η ακοή και η μίμηση ήταν ο μόνος τρόπος μαθητείας κοντά τους, αφού απέφευγαν ν’ αποκαλύπτουν τα μυστικά της τέχνης τους.

2. Τα τραγούδια

Η παραδοσιακή μουσική ακολουθεί τα έθιμα του κύκλου της ζωής (γέννηση, βάπτιση, γάμος, θάνατος) ακολουθώντας τα έθιμα στον κύκλο του χρόνου (θρησκευτικές τελετές-πανηγύρια, γεωργικές εργασίες ανάλογα με τις εποχές) και διεγείροντας την συλλογική μνήμη και συμμετοχή. Τα τελετουργικά τραγούδια χωρίζονται σύμφωνα με την προέλευση, τη χρήση, την περίσταση επιτέλεσής τους και το είδος τους σε φωνητικά (ανδρικά, γυναικεία ή μικτά, μονοφωνικά, πολυφωνικά ή αντιφωνικά, π.χ. «του τραπεζιού»), οργανικά (με ζυγιά ή κομπανία), χορευτικά, (π.χ. αποκριάτικα, του γάμου) κ.τ.λ.

3. Τα όργανα και οι ρυθμοι

Παλαιότερα, τα κυρίαρχα μουσικά όργανα ήταν αερόφωνα (πίπιζα, αργότερα κλαρίνο), μεμβρανόφωνα (νταούλι) και χορδόφωνα (σαντούρι, βιολί). Οι πιο συνηθισμένοι συνδυασμοί παραδοσιακών μουσικών οργάνων στη Βοιωτία είναι η ζυγιά (2-3 όργανα) όπου ο ζουρνάς (πίπιζα, καραμούζα) έπαιζε τη μελωδία και το/τα νταούλι/α κρατούσαν το ρυθμό. Το νταούλι και ο ζουρνάς είναι όργανα εξωτερικού χώρου με ένταση και διαπεραστικό ήχο. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή εμφανίστηκε η κομπανία προσθέτοντας κλαρίνο, σαντούρι ή λαούτο και βιολί. Στην ελληνική ομογένεια της Αμερικής, όπου μετανάστευσαν αρκετοί οργανοπαίκτες, κυκλοφόρησαν δίσκοι 78 στροφών με σαντούρι (Στάμος), βιολί (Κόρος), κλαρίνο (Κυριακάτης), λαούτο, νταούλι, ζουρνά, γκάιντα, και τραγουδιστές τους Παπασιδέρη, Ζάχο, Καρακώστα, Εσκενάζυ, Μαρίκα Παπαγκίκα, Ρίτα Αμπατζή, Σαλέα και άλλους. Πολλοί από τους παραπάνω έγιναν διάσημοι και στην Ελλάδα με εμφανίσεις σε διάφορα αθηναϊκά κέντρα και πανηγύρια της Αττικοβοιωτίας. Τα χορευτικά τραγούδια που κυριαρχούν στα βοιωτικά γλέντια και πανηγύρια είναι δίσημα (2/4), όπως το καγκέλι και ο συρτός, τρίσημα/εξάσημα (3/4-6/8), όπως τα τσάμικα και τα κλέφτικα/ηρωϊκά, και επτάσημα (7/8), δηλ. καλαματιανά ή καλαματιανά που γυρίζουν σε καγκέλια με αργούς ή γρήγορους ρυθμούς.

4. Τα δίγλωσσα τραγούδια

Στη μουσική παράδοση της Βοιωτίας μαζί με τα πανελλήνια τραγούδια υπάρχουν και τα αρβανίτικα/αρβανιτοβλάχικα, ή δίγλωσσα τραγούδια κοινής μελωδίας. Αυτό οφείλεται σε εγκαταστάσεις Αρβανιτών και Βλάχων στην περιοχή. Η ομοιότητα τραγουδιών και χορών μεταξύ Αττικής και Βοιωτίας δεν είναι τυχαία, αφού Αρβανίτες εγκαταστάθηκαν και σην Αττική (εκείνοι της βόρειας Αττικής προέρχονται από τη Βοιωτία). Η δε αρβανίτικη διάλεκτος εμφανίζεται μαζί με τη χρήση παραδοσιακών ενδυμασιών έως το 1930 πριν οι τελευταίες ατονήσουν μεταπολεμικά. Γι’ αυτό οι περισσότερες βιβλιογραφικές αναφορές μιλούν για παραδοσιακή μουσική της «Ρούμελης» ή της «Αττικοβοιωτίας».

5. Προέλευση τραγουδιών

Κατά καιρούς έχουν γίνει συγκρίσεις μεταξύ αρβανίτικων τραγουδιών Ελλάδας, Αλβανίας-Βορείου Ηπείρου και Κάτω Ιταλίας με κοινές μελωδίες -όπως το «Τσάιτα βούτσεν» (Έσπασα τη βαρέλα) με το «Ρίνε-Ρίνε» της Κ. Ιταλίας. Σ' αυτά τα πλαίσια εντάσσονται και δίγλωσσα τραγούδια με κοινή μελωδία και ρυθμό, όπως το «Εγώ είμ’ η Βλάχα η έμορφη» (Ου γιαμ νιε Βλάχ’ ε Μπούκουρ), ή κοινό θέμα, π.χ. γεωργικές εργασίες, τα οποία ακούγονται στην Αττική και στη Βοιωτία, όπως το «Μπαίνω μες στ’ αμπέλι» και το «Νε βρέστ νε νιε κούτσουρ’» (Στ’ αμπέλι σ’ ένα κούτσουρο). Ακόμη, ένα δημοφιλές επτάσημο καλαματιανό/συρτό αναφέρεται στην «Αρβανιτοπούλα»: «Στην κεντισμένη σου ποδιά μωρ’ Βλάχα/ λαλούν αηδόνια και πουλιά-μωρ’ Βλάχα/ μωρ’ Βλάχα βλαχοπούλα κι Αρβανιτοπούλα [...]».

Αρβανιτόφωνες περιοχές της Βοιωτίας είναι μεταξύ άλλων το Στείρι, το Κυριάκι, η Ελλοπία, η Θίσβη, ο Πρόδρομος, η Ξηρονομή, τα Βάγια. Το 1935 έγιναν 34 ηχογραφήσεις της Μέλπως Μερλιέ στην Αττική και Βοιωτία για το αρχείο του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών και περιλαμβάνουν μερικά από τα παρακάτω αρβανίτικα τραγούδια:

Σε ρυθμό επτάσημο (7/8)

Α. Καλαματιανά με γύρισμα σε Καγκέλι
«Βάϊζεζα τσε βιεν γκα στάνι» (Το κορίτσι που έρχεται από τη στάνη),
«Βάϊζεζα ψε για ελίγκ» (Γιατί το κορίτσι είναι αδύνατο),
«Τίρι τι κλαρίνατε» (Τίρι το κλαρίνο),
«Καμ νιε μηχανή νε δεμπ».

Β. Καλαματιανά
«Γιώργ Μαλιέσης» (ηρωϊκό),
«Στη Μέση στην Αράχοβα», με θέμα μάχες Κλεφτών με τον Γιουσούφ Αράπη.

Γ. Καλαματιανά/συρτά
«Μια χήρα πούλαγε κρασί» (από τη Στερεά Ελλάδα/Βοιωτία),
«Πέντε παιδιά μαλώνανε» (Κεντρ. Ελλάδα, Αττική, Βοιωτία)

Σε ρυθμό δίσημο 2/4 (συρτός)
«Νε βασιλικόι νε χαγιάτ» (Στο βασιλικό στο χαγιάτι)

6. Χρήση, θεματολογία και είδη τραγουδιών

6.1. Ως προς τον κύκλο της ζωής

Ο γάμος και η βάπτιση είναι έθιμα που συνδυάζονται με τη μουσική, το χορό και το γλέντι. Παλαιότερα υπήρχαν αντιπροσωπευτικά τραγούδια για κάθε φάση του κύκλου της ζωής τα οποία ερμηνεύονταν κατά την εκάστοτε τελετουργία, όπου οι ζυγιές (νταούλι-πίπιζα) σε γάμους δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο, ούτε τα γλέντια μετά μουσικής και πυροβολισμών σε βαπτίσεις. Χαρακτηριστικό γαμήλιο «γυναικείο» αρβανίτικο τραγούδι είναι το «Ντο τα πρες κοτσίδετ΄» (Θα σου κόψω τις κοτσίδες) ή το «Keshe nje ljuljese nde dere» (Είχα ένα λουλούδι στην πόρτα μου), που, όπως δείχνει ο στίχος του («nani ma muare te tjerre», δηλ. «τώρα άλλοι μου το πήραν»), μας παραπέμπει θεματικά σε παλιά στροφή του «Σήμερα λάμπει ο ουρανός»: «Άσπρη κατάσπρη μπαμπακιά είχα μες στην αυλή μου/μα τώρα μου την πήρανε, δεν είναι πια δική μου».

Ο δίσημος «ανδρικός» χορός «Οσμάν Τάκα» που υπάρχει και στην Ήπειρο με ελληνικούς στίχους («Σαμαντάκας»), στη Βοιωτία είναι τραγούδι του γαμπρού.

6.2. Ως προς τον κύκλο του χρόνου

6.2.1. Θρησκευτικά

Ένα δίγλωσσο τραγούδι θρησκευτικού αλλά και γαμήλιου περιεχομένου είναι το «Ρα καμπάνα ι παπαντίς» (Χτύπησε η καμπάνα της Υπαπαντής), σε τρίσημο ρυθμό (τσάμικο). Αρκετά είναι και τα κάλαντα, κυρίως των Χριστουγέννων:

«Σίν Βασίλη βγιέν, μπόρα η πιλκιέν. Βγιέν μ΄ντα νε μές ε νάτες, δεμάτ τε κα γιάπιν .
Σίν Βασίλη βγιέν, Γενάρη ντίχετ. Ζόνιεν περιμένιμ, τσί βγιέν σίπερ πάρ, δίπλιετ γκαρκούαρ νε γκομάρ».

(Ο Άγιος Βασίλης έρχεται,το χιόνι του αρέσει. Έρχεται μέσα στη μέση της νύχτας, δώρα να μας δώσει.
Ο Άγιος Βασίλης έρχεται, ο Γενάρης προβάλλει. Την κυρά περιμένουμε, που έρχεται από τον επάνω δρόμο,
δίπλιες [γλυκά] φορτωμένες στο γαϊδούρι.)

6.2.2. Του γλεντιού

Πανηγύρια

Στη Βοιωτία του παρελθόντος τα πανηγύρια με χορό, τραγούδι και κοινό φαγοπότι οργανώνονταν έξω από την τιμώμενη εκκλησία μετά τη λειτουργία με συμμετοχή όλου του χωριού σε είδος και σε χρήμα. Τέτοια πανηγύρια ήταν και είναι το Κουρμπάνι (Ταξιαρχών), του Ευαγγελισμού, της Ζωοδόχου Πηγής με παραδοσιακό κοντοσούβλι, της Αγίας Παρασκευής (τέλη Ιουλίου στην Ελλωπία), του Δεκαπενταύγουστου, του Οσίου Συμεών (1η Σεπτεμβρίου στο Στείρι). Μερικά από τα παλαιότερα χορευτικά κομμάτια που ακούγονταν τότε ήταν το «Μια Βλάχα μια παλιόβλαχα», «Παπαλάμπραινα», «Ιτιά», «Ένας Αητός», «Τάξε μανούλα μ’ τάματα...», «Μαντήλι Καλαματιανό», «Κόφ’ την, Ελένη, την ελιά» και άλλα.

Μεταπολεμικά, τα γλέντια συνεχίζονταν σε κέντρα της πλατείας του χωριού. Αρχικά οι οικογένειες «χάριζαν» στα όργανα για να χορέψουν, αργότερα όμως οι ιδιοκτήτες των κέντρων μίσθωναν μουσικούς. Τα μουσικά είδη της περιοχής εξελίχθηκαν από δημοτικά σε δημοτικοφανή λαϊκά.

Απόκριες

Στις Απόκριες κυριαρχούν σκωπτικά φωνητικά/οργανικά τραγούδια όπως το δίσημο «Λοίδουρα», αλλά και χορευτικά (καλαματιανό, καγκέλι, τσάμικο) που συνοδεύουν έθιμα όπως το γαϊτανάκι και ο βλάχικος γάμος. Το γαϊτανάκι, προπολεμικό και μεταπολεμικό έθιμο σχεδόν εξαφανισμένο, αναβιώνει πρόσφατα την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς στη Λιβαδειά με τραγούδια, χορούς και γλέvτι, όπου συμμετέχουν παραδοσιακοί οργανοπαίκτες. Κατάλοιπο διονυσιακών παραδόσεων των Βλάχων της Πίνδου, ο βλάχικος γάμος τελείται στη Θήβα κάθε Kαθαρή Δευτέρα εδώ και 120 χρόνια ως μέρος εκδηλώσεων που ξεκινούν από την Tσικνοπέμπτη. Είναι δρώμενο σατιρικού χαρακτήρα που συνοδεύεται από μουσική και χορό όπου κυριαρχούν οι ζυγιές με νταούλια και ζουρνά.

7. Βοιωτοί μουσικοί

Γιάννης Κυριακάτης (Παραπούγια Βοιωτίας, 1884 - Βάγια Θηβών 1957)

‘Ενας από τους σημαντικότερους οργανοπαίκτες του κλαρίνου και ίσως ο πρώτος που απέκτησε μουσική παιδεία. Ως νέος έπαιζε καραμούζα. Το 1906 μετανάστευσε στην Αμερική, όπου η γνωριμία του με τον σμυρνιό βιολονίστα Γ. Θεολόγο και μέσω αυτού με τον Νικολό Ζάμπο, ούγγρο κλαρινετίστα του Ωδείου της Νέας Υόρκης, άλλαξαν τη ζωή του. Σπούδασε μαζί τους μουσική για επτά χρόνια διαμορφώνοντας ένα πλούσιο ρεπερτόριο με «χόρες» και «ντόϊνες» και ένα μοναδικό ύφος παιξίματος που τον έκανε περιζήτητο στην ελληνική ομογένεια και όχι μόνον. Αργότερα ίδρυσε με την κυρία Κούλα την δισκογραφική εταιρεία «Πανελλήνιον». Επέστρεψε στα Βάγια και παντρεύτηκε την Ευαγγελία το 1928. Δίδαξε (δωρεάν;) διαμορφώνοντας τη «σχολή Κυριακάτη» (μαθητές του ο ανιψιός του Συμεών Κυριακάτης και ο Γιάννης Μελισσάρης). Έπαιξε στο αθηναϊκό κέντρο «Έλατος», δημιούργησε δισκογραφία και διετέλεσε παραγωγός της Columbia, αναβαθμίζοντας τη θέση του κλαρίνου στην αθηναϊκή ελίτ. «Το ύφος, η χροιά της ερμηνείας του και τα μελωδικά ποικίλματά του είχαν μεγάλη επιρροή στους νεότερους καλλιτέχνες στην Ελλάδα».

Γιάννης Μελισσάρης ή Τούρλος (Θεσπιές, 1913 - 2006)

Ήταν πρακτικός οργανοπαίκτης του κλαρίνου. Το 1936 σε ηλικία 23 χρονών μαθήτευσε για τρία χρόνια στον Γιάννη Κυριακάτη, τον καλύτερο κατά τη γνώμη του κλαρινίστα της εποχής. Έγινε γνωστός στην ευρύτερη περιοχή και συνεργάστηκε με πάρα πολλούς οργανοπαίκτες (Σκαφίδας, Κόρος, κ.ά.) για τα επόμενα 60 χρόνια (βλ. και δικτυογραφία του λήμματος).

(Για έναν κατάλογο βοιωτών μουσικών βλ. τους Βοηθητικούς Καταλόγους του λήμματος.)

8. Σημερινή εικόνα της παραδοσιακής μουσικής στη Βοιωτία

Από το 1900 ως σήμερα η παραδοσιακή μουσική αποκτά περισσότερο αναπαραστατικό χαρακτήρα και λιγότερο τελετουργικό ή συμμετοχικό. Η ένταση της μουσικής ανεβαίνει μέσα από ενισχυτές και μικρόφωνα. Η πρόσφατη αναβίωση των αποκριάτικων δρώμενων στη Λιβαδειά περιλαμβάνει μουσικά σχήματα εντός και εκτός Βοιωτίας (π.χ. χάλκινα Κοζάνης) και παράσταση μελών χορευτικού, αντί της συμμετοχής των κατοίκων στο χορό. Τα διάφορα πανηγύρια και οι γιορτές αποκτούν πιο υπερτοπικό, εμπορικό χαρακτήρα, απευθυνόμενες στο ευρύτερο (πανελλήνιο) κοινό.

 

Κεφάλαια

empty
empty

Δελτίο λήμματος

 

Φωτοθήκη

empty
empty
 
 
empty
emptyemptyempty
empty press image to open photo library empty
empty
empty
 Άνοιγμα Φωτοθήκης 
 
 

Βοηθήματα Λήμματος

empty
empty
 
 
  KTP   ESPA   MNEC   INFOSOC   EU