Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Βοιωτία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Main Image
 
 

Θεματικός Κατάλογος

empty
empty
 

Το έργο

empty
empty
arrow

Σύντομη Περιγραφή

arrow

Μεθοδολογία

arrow

Συντελεστές

 
 

Ξηρονομή (Βυζαντινή περίοδος)

      Ξηρονομή (Βυζαντινή περίοδος) (8/4/2011 v.1) Byzantine Xeronomi (8/4/2011 v.1)
line

Συγγραφή : Βoλτυράκη Ελευθερία (27/5/2011)

Για παραπομπή: Βoλτυράκη Ελευθερία, «Ξηρονομή (Βυζαντινή περίοδος)», 2011,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Βοιωτία

URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=14497>

 
 

1. Ονομασία και θέση

Σύμφωνα με την ετυμολογία της λέξης, το όνομα Ξηρονομή σημαίνει ότι το έδαφος του χωριού είναι ξηρό, παρόλο που περιβάλλεται από μεγάλη καλλιεργήσιμη κοιλάδα.

Η θέση όπου βρίσκεται η Ξηρονομή είναι ενδιαφέρουσα, καθώς γειτνιάζει με πόλεις και θέσεις με μακραίωνη παρουσία και ιστορία, όπως η Θίσβη, οι Θεσπιές και ο Ελικώνας με το Άλσος των Μουσών. Επίσης, κοντά στην Ξηρονομή βρίσκονται τα επίνεια των Θεσπιών, το λιμάνι της αρχαίας Κρεύσιδος και η αρχαία πόλη Τίφα ή Σίφαι, δηλαδή η σημερινή Αλυκή. Η πόλη αυτή με την ισχυρή ακρόπολή της απλώνεται στα νοτιοανατολικά του κόλπου της Δομβραίνας. Μάλιστα, περίπου στα μέσα της διαδρομής από την Ξηρονομή προς την Αλυκή συναντάται πύργος κατόπτευσης.

Από το χώρο του λιμανιού της έχει συγκεντρωθεί κεραμική του 5ου αι. μ.Χ. δηλώνοντας την ύπαρξη οικισμού στο χώρο και την εποχή εκείνη, οπότε πιθανότατα συνεχίζονταν οι θαλάσσιες εμπορικές συναλλαγές που μαρτυρούνται για την περιοχή ήδη από τους Μυκηναϊκούς χρόνους.

Βόρεια της Ξηρονομής, όπου βρίσκεται μικρό ποτάμι, τοποθετείται και ο αρχαίος Δονακών, τοπωνύμιο που σημαίνει καλαμιώνας. Εκεί θεωρείται ότι υπήρχε η πηγή όπου ο Νάρκισσος ερωτεύτηκε την αντανάκλαση της εικόνας του και τελικά πέθανε εξαιτίας αυτού του έρωτα.

Στην ίδια περιοχή βρίσκεται το εγκαταλελειμμένο χωριό Τάτιζα ή Τατάτζι, όπου έχουν εντοπιστεί λείψανα κοσμικών κτηρίων και ναού της Αγίας Τριάδας. Η υπόθεση, ωστόσο, ότι ο Δονακών ταυτίζεται με την Τάτιζα δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί με απόλυτη ασφάλεια με τα έως σήμερα γνωστά στοιχεία. Στη γύρω περιοχή βρέθηκε κεραμική που χρονολογείται από τους Πρωτοελλαδικούς έως και τους Βυζαντινούς χρόνους. Στη βιβλιογραφία αναφέρεται ότι οι κάτοικοι από το χωριό αυτό μετακινήθηκαν προς τη σημερινή Ξηρονομή και τελικά η περιοχή χρησιμοποιήθηκε για γεωργική εκμετάλλευση. Μάλιστα, σύμφωνα με προφορικές παραδόσεις των κατοίκων της κοινότητας, ο λόγος της εγκατάλειψης ήταν το «ίσκιωμα» που κατέλαβε το χώρο και ήταν υπεύθυνο για το θάνατο των παιδιών και την εξόντωση των κοπαδιών. Η αναφορά αυτή ίσως μεταφέρει την ανάμνηση κάποιας ασθένειας που είχε ενσκήψει στην περιοχή σε παλαιότερη εποχή.

2. Αρχαιολογικές μαρτυρίες από την Ξηρονομή

Από την περιοχή της Ξηρονομής, αλλά και της γειτονικής Τάτιζας, έχουν περισυλλεγεί λίθινα ενεπίγραφα μέλη. Πρόκειται κυρίως για επιτύμβιους βωμούς του 2ου-3ου αιώνα μ.Χ. με ανάγλυφη παράσταση που αποδίδει το θέμα το ήρωα-ιππέα. Σε τρεις από αυτούς έχουν χαραχθεί χριστιανικά σύμβολα που χρονολογούνται στον 7ο αιώνα και πιθανότατα χρησιμοποιήθηκαν ως δομικό υλικό σε άγνωστη βασιλική των παλαιοχριστιανικών χρόνων που βρισκόταν στην κοντινή περιοχή της Ξηρονομής.

Λίγα λίθινα μέλη παραμένουν στο προαύλιο του ενοριακού ναού που είναι αφιερωμένος στο Γενέσιον της Θεοτόκου. Πρόκειται για τέσσερα αποτμήματα από τους κορμούς αράβδωτων κιόνων και ένα παλαιοχριστιανικό ορθογώνιο βάθρο με συμφυή βάση κίονα. Αυτό κοσμείται στη μία πλευρά του με ανάγλυφο μονογραμματικό σταυρό και τα αποκαλυπτικά γράμματα Α και Ω κάτω από την οριζόντια κεραία.

Ο σημερινός μεγάλων διαστάσεων ναός είναι κτισμένος στη θέση παλαιότερου που καταστράφηκε λίγο πριν από τα μέσα του 20ού αιώνα. Για τον αρχικό ναό δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες, ωστόσο θα ήταν δυνατό η θέση αυτή να συνδέεται με την άγνωστη παλαιοχριστιανική βασιλική από την οποία προέρχονται μέλη που χρονολογούνται την ίδια περίοδο.

3. Τα ερείπια του ναού του Αγίου Γεωργίου

3.1. Γενικά

Ερείπια ναού του Αγίου Γεωργίου έχουν βρεθεί μέσα στο πευκόφυτο κοινοτικό αλσύλλιο, όπου σχετικά πρόσφατα ανεγέρθηκε μικρός ναός αφιερωμένος στον ίδιο άγιο.

Το όνομά του το οφείλει ο ναός στους επιτύμβιους βωμούς της Ύστερης Αρχαιότητας που υπήρχαν στο χώρο και είχαν χρησιμοποιηθεί ως υλικό δομής στην κατασκευή του. Οι παραστάσεις με τους ιππείς που κοσμούν τη μία όψη των βωμών θεωρήθηκαν απεικονίσεις του συγκεκριμένου στρατιωτικού αγίου, ο οποίος αποδίδεται με παρόμοιο εικονογραφικό τύπο. Οι λίθοι αυτοί, κατασκευασμένοι από τοπικό ασβεστόλιθο, απομακρύνθηκαν από το χώρο κατά τη δεκαετία του 1970 και μεταφέρθηκαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών, όπου και φυλάσσονται.

Η θέση των ερειπίων του ναού ήταν γνωστή τόσο στους κατοίκους της Ξηρονομής όσο και σε περιηγητές του 19ου αιώνα που πέρασαν από την περιοχή. Ωστόσο, η ανασκαφική διερεύνησή τους πραγματοποιήθηκε μόλις κατά τα έτη 2001 και 2003 από την Α΄ Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.

Όπως αποδείχθηκε από την έρευνα, ο ναός είναι κοιμητηριακός, παρουσιάζει δύο οικοδομικές φάσεις (β΄ και γ΄ φάση) που ανάγονται στους Μεσοβυζαντινούς χρόνους και έχει κτιστεί πάνω στα λείψανα προϋπάρχοντος κτηρίου, των Παλαιοχριστιανικών χρόνων (α΄ φάση). Η τοιχοποιία των οικοδομημάτων, που κτίστηκαν με μικρή ή μεγαλύτερη χρονική απόσταση μεταξύ τους, παρουσιάζει ευδιάκριτη διαφοροποίηση στον τρόπο αλλά και στα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή τους.

Ο βόρειος και νότιος τοίχος του ναού εδράζονται ακριβώς πάνω στους αντίστοιχους του παλαιότερου κτηρίου, που λειτουργούν ως θεμέλια, με αποτέλεσμα τα δύο κτήρια να παρουσιάζουν το ίδιο πλάτος εσωτερικά.

Μάλιστα, μικρά τμήματα του βόρειου και νότιου τοίχου της α΄ φάσης που είχαν διατηρηθεί σε μεγαλύτερο ύψος ενσωματώθηκαν και αποτέλεσαν μέρος της τοιχοποιίας των επόμενων κατασκευαστικών φάσεων, υποδηλώνοντας ότι το προϋπάρχον κτίσμα είχε κάποια ιδιαίτερη σημασία για την περιοχή.

3.2. Το υστερορωμαϊκό-παλαιοχριστιανικό κτίσμα (α΄ οικοδομική φάση)

Το αρχικό κτήριο, που ενσωματώθηκε μεταγενέστερα στο μεσοβυζαντινό ναό, είναι κτισμένο στον άξονα ανατολής – δύσης. Πρόκειται για ένα επίμηκες ορθογώνιο κτίσμα που απολήγει στα δυτικά σε μεγάλη ημικυκλικής κάτοψης αψίδα, με άνοιγμα λίγο μικρότερο από το πλάτος του κτηρίου. Στο επίχρισμα της εσωτερικής παρειάς της, όπου αυτό διατηρείται τμηματικά, έχουν χαραχθεί με μυστρί ευθείες και διαγώνιες γραμμές διαφορετικής κατεύθυνσης.

Για το κτίσιμό του έχουν χρησιμοποιηθεί μη εργασμένοι τοπικοί ασβεστόλιθοι σχετικά μικρού μεγέθους. Οι ασβεστόλιθοι συνδέονται με ασβεστοκονίαμα ροδόχρωμης απόχρωσης, ενώ η παρεμβολή πλίνθων στους αρμούς είναι σποραδική.

Τμήματα τοίχων έχουν αποκαλυφθεί εξωτερικά της βόρειας και νότιας πλευράς του κτίσματος. Είναι κάθετοι προς τους μακρούς τοίχους του και αποτελούν ένδειξη για την ύπαρξη προσκτισμάτων και άλλων βοηθητικών χώρων που σχετίζονται με τη χρήση και τη λειτουργία του. Πρόκειται πιθανότατα για ιδιωτική οικία και μπορεί να χαρακτηριστεί έπαυλη.

3.3. Ο μεσοβυζαντινός ναός (β΄και γ΄ οικοδομική φάση)

Ο κυρίως ναός ανήκει στην κατηγορία των μεταβατικών σταυροειδών εγγεγραμμένων ναών και, με βάση την αρχιτεκτονική μορφολογία του, μπορεί να τοποθετηθεί χρονολογικά στο πρώτο μισό του 10ου αιώνα.

Είναι περίπου τετράγωνος σε κάτοψη και απολήγει ανατολικά σε τρεις ημικυλινδρικές αψίδες, με μεγαλύτερη και ελαφρώς εξέχουσα την κεντρική.

Η τοιχοποιία αποτελείται από τοπικούς λίθους και επανάχρηση παλαιότερου υλικού. Στο νοτιοδυτικό διαχωριστικό τοίχο, για παράδειγμα, έχει ενσωματωθεί επιτύμβιος βωμός με εγχάρακτο το όνομα (Μ;)ΕΛΑΝΙΠΠΙΔΑΣ. Στους αρμούς παρεμβάλλονται αρκετοί πλίνθοι, σε διαγώνια ή κάθετη διάταξη, εμπηγμένοι σε άφθονο λευκό ασβεστοκονίαμα. Η εξωτερική πλευρά των αψίδων κοσμείται με σειρά πλίνθων σε τριγωνική διάταξη και με χιαστί αυλακώσεις εντός ορθογωνίου στην επιφάνεια του επιχρίσματος. Η πρόσβαση στο εσωτερικό του γίνεται μέσω μιας βοηθητικής εισόδου στο νότιο τοίχο και τριών εισόδων στη δυτική πλευρά του ναού, που αντιστοιχούν στα τρία κλίτη. Τα τρία αυτά ανοίγματα εξυπηρετούν και στην επικοινωνία με το νάρθηκα που προστέθηκε λίγο αργότερα στα δυτικά του ναού.

Ο νάρθηκας είναι τριμερής, ακολουθώντας το διαχωρισμό του κυρίως ναού, και έχει ορθογώνια κάτοψη. Στην τοιχοποία του παρατηρείται άφθονη χρήση πλίνθων τοποθετημένων με σχετική επιμέλεια.

Κατά την ανασκαφική διερεύνηση του χώρου τα έτη 2001 και 2003 αποκαλύφθηκαν ταφές τόσο εξωτερικά του ναού όσο και στο νάρθηκα. Μάλιστα, ταφές συγκεντρώνονται και στο εσωτερικό του δυτικού τμήματος του προγενέστερου κτηρίου, καθώς τα λείψανά του παρέμεναν ορατά και λειτούργησαν ένα είδος ταφικού περιβόλου.

4. Ταφές

Εξωτερικά και εσωτερικά του ναού έχουν αποκαλυφθεί 26 τάφοι που χρονολογούνται στο 10ο-12ο αιώνα. Οι περισσότεροι είναι κοινοί κιβωτιόσχημοι, δηλαδή με τοιχία κτισμένα με αργούς λίθους που περικλείουν τον νεκρό, και καλύπτονται με πλακαρές πέτρες. Οι κεραμοσκεπείς τάφοι είναι ελάχιστοι και όλοι περιείχαν ταφές νηπίων.

Το σκελετικό υλικό προέρχεται από περισσότερα από πενήντα άτομα· τα πιο πολλά ήταν παιδιά, κυρίως κάτω των τεσσάρων ετών.

Ως συνοδευτικά αντικείμενα βρέθηκαν αρκετές γυάλινες χάντρες, δακτυλίδια, ενώτια, ένα γυάλινο βραχιόλι και τρεις σταυροί. Τα περισσότερα από τα μεταλλικά κοσμήματα είναι κατασκευασμένα από χαλκό, ενώ βρέθηκαν μόνο δύο ασημένια, ένα δακτυλίδι και ένα σκουλαρίκι, και δύο σταυροί από σίδηρο. Τα δακτυλίδια είναι κυρίως ταινιωτά με ελεύθερα άκρα και στικτή διακόσμηση. Τα ενώτια είναι απλά, σχήματος κρίκου, διακοσμημένα κάποια με χάλκινες χάντρες, εκτός από ένα επίχρυσο, κοσμημένο με συρματερή τεχνική.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η εύρεση –σε δύο περιπτώσεις ταφών ανηλίκων– σιδερένιου καρφιού στην ίδια θέση, στο ύψος του θώρακα, που πιθανότατα σχετίζονται με το μεγάλο ποσοστό παιδικής θνησιμότητας, έχοντας αποτροπαϊκό χαρακτήρα, όπως, ίσως, και οι δύο σιδερένιοι σταυροί.

Η επαναχρησιμοποίηση των περισσότερων τάφων του συνόλου γίνεται με απόλυτο σεβασμό προς τους πρωτύτερα ενταφιασμένους και τα κτερίσματά τους. Η προσοχή με την οποία γίνονται οι ανακομιδές συνηγορεί στην ύπαρξη στενών συγγενικών δεσμών μεταξύ των νεκρών των περισσότερων τάφων.

Η ύπαρξη των ερειπίων του ναού του Αγίου Γεωργίου και ο μεγάλος αριθμός κτερισμάτων που συνόδευε τις ταφές φανερώνουν ότι, κατά τους Μεσοβυζαντινούς χρόνους, στην περιοχή της σημερινής Ξηρονομής ζούσε μια οργανωμένη κοινότητα. Όμως, η οικονομικοκοινωνική διαστρωμάτωση των μελών της δεν μπορεί να εξακριβωθεί με ασφάλεια λαμβάνοντας υπόψη μόνο το ταφικό σύνολο του ναού του Αγίου Γεωργίου. Ωστόσο, οι ταφές του ναού, με τη σχετική ομοιογένεια των κτερισμάτων τους και το γεγονός ότι αυτά, κατά μέγιστο ποσοστό, είναι κατασκευασμένα από ευτελές υλικό, παρουσιάζουν μια μάλλον μέσης οικονομικής κατάστασης ανθρώπινη κοινωνία.

 

Κεφάλαια

empty
empty

Δελτίο λήμματος

 

Φωτοθήκη

empty
empty
 
 
empty
emptyemptyempty
empty press image to open photo library empty
empty
empty
 Άνοιγμα Φωτοθήκης 
 
 

Βοηθήματα Λήμματος

empty
empty
 
 
  KTP   ESPA   MNEC   INFOSOC   EU