Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Βοιωτία ΙΔΡΥΜΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ
Main Image
 
 

Θεματικός Κατάλογος

empty
empty
 

Το έργο

empty
empty
arrow

Σύντομη Περιγραφή

arrow

Μεθοδολογία

arrow

Συντελεστές

 
 

Καταλανική Εταιρεία και μάχη του Αλμυρού (1311)

      Καταλανική Εταιρεία και μάχη του Αλμυρού (1311) (8/4/2011 v.1) Catalan Company and the Battle of Halmyros (1311) - προς ανάθεση
line

Συγγραφή : Καλαϊτζάκης Θεοφάνης (2/4/2011)

Για παραπομπή: Καλαϊτζάκης Θεοφάνης, «Καταλανική Εταιρεία και μάχη του Αλμυρού (1311)», 2011,
Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Βοιωτία

URL: <http://www.ehw.gr/l.aspx?id=14509>

 
 

1. Η καταγωγή της Καταλανικής Εταιρείας

Στο β΄ μισό του 13ου αιώνα στην ιταλική χερσόνησο κυκλοφορούσαν πολλά μικρά ή μεγάλα στίφη μισθοφόρων ποικίλης εθνολογικής προέλευσης, οργανωμένα σε Εταιρείες (κομπανίες), που υπηρετούσαν αδιακρίτως όποιον ηγεμόνα της περιοχής πλήρωνε καλύτερα. Μια απ’ αυτές, η Καταλανική (Companya Catalana), υπήρξε η διασημότερη. Τα μέλη της κατάγονταν από την Καταλονία κυρίως αλλά και από τη Ναβάρα, τη Μαγιόρκα, τη Ν. Ιταλία και αλλού. Το πιο δυναμικό, δε, τμήμα της αποτελούσαν οι λεγόμενοι Αλμουγάβαροι, πεζοί στρατιώτες απίστευτης αγριότητας, ντυμένοι με δέρματα και οπλισμένοι με ξίφος και ακόντια, χωρίς πανοπλία. Την κομπανία αυτή ανέλαβε υπό τη διοίκησή του ο γερμανικής καταγωγής Roger de Flor (Rutger von Blum, 1267-1305), πρώην Ναϊτης και διάσημος πειρατής. Αρχικά υπηρέτησε το βασιλιά της Αραγωνίας Φρειδερίκο Β΄ στον αγώνα του κατά των Γάλλων της Σικελίας. Όμως, μετά την ειρήνη της Caltabellota το 1302, που τερμάτισε υπέρ των Ισπανών τη διαμάχη για τη Σικελία, οι μισθοφόροι της καταλανικής εταιρείας έμειναν άνεργοι και συνεπώς επικίνδυνοι για τη περιοχή.

2. Η Καταλανική Εταιρεία στην Ανατολή

Η συγκυρία όμως έδωσε μια νέα ευκαιρία στον αρχηγό της εταιρείας. Απεσταλμένοι του βυζαντινού αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου αναζητούσαν στρατιωτική βοήθεια από τη Δύση, οπότε ο ελληνομαθής Roger de Flor πρόσφερε τις υπηρεσίες του. Οι προτάσεις του έγιναν αποδεκτές και το Σεπτέμβριο του 1303 με δικό του στόλο από 39 γαλέρες, όπου επιβίβασε 2500 ιππείς και 5000 Αλμογάβαρους με τα γυναικόπαιδά τους, αναχώρησε από τη Μεσσήνη της Σικελίας για την Κωνσταντινούπολη. Έφτασε στη βυζαντινή πρωτεύουσα και έγινε δεκτός με μεγάλο ενθουσιασμό. Τα περίχωρα της πόλης και οι μικρασιατικές επαρχίες υπέφεραν από τις επιθέσεις των Οθωμανών, ενώ δεν υπήρχε καμιά αξιόμαχη στρατιωτική δύναμη να τους αντιμετωπίσει. Οι Καταλανοί μισθοφόροι πληρώθηκαν προκαταβολικά για τέσσερις μήνες με διπλάσιο μισθό από ό,τι οι άλλοι μισθοφόροι του κράτους, ο αρχηγός τους παντρεύτηκε την ανιψιά του αυτοκράτορα, ενώ πήρε τον τίτλο του μεγαδούκα και αργότερα του καίσαρα. Σε αντάλλαγμα ανέλαβαν την υποχρέωση να διαπεραιωθούν στη μικρασιατική ακτή και να απωθήσουν τους Τούρκους. Πριν όμως αναχωρήσουν για να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους, ήλθαν σε αιματηρές προστριβές με τους Γενουάτες της Πόλης και προκάλεσαν το μίσος των κατοίκων της πόλης για την συμπεριφορά τους. Τελικά, πέρασαν στην απέναντι ακτή και συνέτριψαν τους Οθωμανούς Τούρκους σε όποια μάχη συγκρούστηκαν, αλλά ταυτόχρονα επιδόθηκαν σε λεηλασίες. Επανέλαβαν και την επόμενη χρονιά τις επιθέσεις τους κατά των Τούρκων στη Φιλαδέλφεια, αλλά ήταν πια φανερό ότι οι Καταλανοί σκόπευαν να δημιουργήσουν μια δική τους ηγεμονία στην περιοχή. Ανακλήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, αλλά προτίμησαν να καταλάβουν την πόλη και τη χερσόνησο της Καλλίπολης και να εγκατασταθούν εκεί ως μια ληστρική εταιρεία, πλέον. Απαιτώντας υπέρογκα ποσά από μια αυτοκρατορία εξαντλημένη οικονομικά, ήλθαν σε σύγκρουση με τους εργοδότες τους. Ο συναυτοκράτορας του Βυζαντίου, Μιχαήλ Θ΄ Παλαιολόγος, προσκάλεσε τον αρχηγό τους στην Αδριανούπολη, όπου οι Αλανοί μισθοφόροι του τον δολοφόνησαν και κατακρεούργησαν τους ιππείς του. Ήταν όμως από τότε (Απρ. 1305) που ξέσπασε η παροιμιώδης εκδίκησή τους (venganza catalana) υπό τον νέο αρχηγό τους Μπερενγκέρ ντε Εντένθα (Berenguer de Entença): συνέτριψαν όσα βυζαντινά στρατεύματα στάλθηκαν εναντίον τους, επί τέσσερα χρόνια λεηλατούσαν τη Θράκη και τη Μακεδονία, κατέστρεψαν τις μονές του Αγίου Όρους, πολιόρκησαν τη Θεσσαλονίκη και κατέληξαν στη Θεσσαλία (1309). Εκεί «η μεγάλη εταιρεία έζησε ανέμελα έναν ολόκληρο χρόνο από την πλούσια εσοδεία της εύφορης χώρας», σημειώνει ο Ostrogorsky.

3. Η Μεγάλη Εταιρεία στην υπηρεσία του αθηναϊκού δουκάτου των Ντελαρός

Την άνοιξη του 1310 μπήκαν στην υπηρεσία του βουργουνδού δούκα Αθηνών και Θηβών, του Βαλτέρ ντε Μπριέν. Όταν έληξε ο προσδιορισμένος χρόνος των υπηρεσιών τους (κατέλαβαν για λογαριασμό του δουκάτου 30 φρούρια του Δεσποτάτου της Θεσσαλίας, υπό την κυριαρχία των Αγγέλων), άρα και της αμοιβής τους, προέκυψε διαφωνία για τη συνέχεια. Οι Καταλανοί απαίτησαν πρόσθετη αμοιβή και ο δούκας τους απείλησε με στρατιωτική συντριβή. Είχε τέτοια εμπιστοσύνη στις δυνάμεις των Φράγκων ιπποτών του, ώστε επέτρεψε στους 500 Καταλανούς που υπηρετούσαν ακόμη το δουκάτο του να αναχωρήσουν και να ενωθούν με τους συμπατριώτες τους στη Θεσσαλία. «Κακή τύχη» τους είπε, «και καλώς να πεθάνετε με τους υπόλοιπους». Οι μισθοφόροι της Μεγάλης Εταιρείας αποδέχθηκαν την πρόκληση γιατί δεν είχαν άλλη επιλογή. Ήταν απελπισμένοι αλλά συσπειρωμένοι. «Παρεσκευάζοντο ως ή θνηξόμενοι τω πολέμω ή ζήσοντες ευκλεώς» σημειώνει ο Νικηφόρος Γρηγοράς.

4. Η μάχη του Αλμυρού (15 Μαρτίου 1315) και η κατάκτηση της Βοιωτίας

4.1. Τόπος και χρόνος

Κατά τον Ramon Muntaner, τον χρονικογράφο της Εταιρείας (που όμως απουσίαζε τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή γιατί βρισκόταν στη Δύση), η μάχη έγινε «σε μια όμορφη πεδιάδα κοντά στη Θήβα, όπου υπήρχαν έλη». Νεότεροι ιστορικοί (W. Miller, Rubio i Lluch, Φ. Γρηγορόβιος, A. Bon κ.ά.) υπέθεσαν ότι πρόκειται για μια περιοχή κοντά στη λίμνη της Κωπαϊδας που σχηματίζει ο βοιωτικός Κηφισός. Γι’ αυτό και επικράτησε να λέγεται μάχη της Κωπαϊδας ή του Κηφισού. Την ίδια πληροφορία, αλλά με πολύ περισσότερες λεπτομέρειες, μας μεταφέρει και ο βυζαντινός ιστορικός Νικηφόρος Γρηγοράς. Αντίθετα, ο Marino Sanudo Torsello, σύγχρονος των γεγονότων και καπετάνιος γαλέρας στο Βόρειο Ευβοϊκό κατά την ημέρα διεξαγωγής της μάχης, στην Ιστορία του και σε επιστολές του αναφέρει ότι η σύγκρουση έλαβε χώρα στον Αλμυρό της Θεσσαλίας: «Et quanto fuit bellum ducis Athenarum et comitis Brennensis cum compangna predicta ad Almiro…» . Τον επιβεβαιώνει και το Χρονικό του Μορέως. Για πολλούς λόγους η πληροφορία αυτή έχει θεωρηθεί ως η πλέον αξιόπιστη και έχει γίνει οριστικά δεκτή από την επιστημονική έρευνα (Γιαννόπουλος, Νερούτσος, D. Jacoby, K. Setton, A. Laiou, A. Σαββίδης κ. ά.). Εξάλλου, μόνο έτσι γίνεται κατανοητή η παρουσία των Φράγκων ιπποτών στο Ζητούνι (Λαμία) πέντε μέρες πριν από τη μάχη. Εκεί ο δούκας υπογράφει τη διαθήκη του (που σώζεται σήμερα και βρίσκεται στη πόλη Troyes της ΒΑ Γαλλίας) την 10 Μαρτίου της χρονιάς αυτής. Ώστε είναι ασφαλέστερο να μιλάμε για μάχη του Αλμυρού.

4.2. Οι δυνάμεις των αντιπάλων

Κατά τον Ramon Muntaner οι μεν Φράγκοι παρέταξαν 700 ιππείς και 24.000 πεζούς, οι δε Καταλανοί ένα απροσδιόριστο αριθμό δικών τους μαχητών και επιπλέον μια πολυπληθή επικουρική στρατιά από Τούρκους και Τουρκόπουλους. Κατά τον Νικηφόρο Γρηγορά οι μεν Φράγκοι είχαν 6400 ιππείς και 8000 πεζούς, οι δε Καταλανοί 3500 ιππείς και 4000 πεζούς.

4.3. Η διεξαγωγή της μάχης και το αποτέλεσμα

Τη διεξαγωγή της μάχης περιγράφουν με μεγάλη γλαφυρότητα οι Muntaner και Ν. Γρηγοράς: οι αντίπαλοι παρατάχθηκαν στις δύο πλευρές ενός πεδίου γεμάτου από έλη που είχαν κατάλληλα διαμορφώσει οι Καταλανοί. Οι Φράγκοι, με αλόγιστη αυτοπεποίθηση, ξεκίνησαν πρώτοι την επίθεση. Ένα τμήμα διακοσίων ιπποτών «με χρυσά σπιρούνια», με προεξάρχοντα τον δούκα και ακολουθούμενο από το πεζικό του, όρμησε κατά των Καταλανών που παρέμειναν ακίνητοι στις θέσεις τους. Πολύ σύντομα τα άλογα βυθίστηκαν στη λάσπη και ακινητοποιήθηκαν, ενώ οι επιβάτες τους ομοίαζαν αγάλματα πάνω στο βάθρο τους. Σ’ αυτήν την κατάσταση τους επιτέθηκαν οι Καταλανοί και οι σύμμαχοί τους Τουρκόπουλοι με βέλη και ακόντια. Η πανωλεθρία ήταν πλήρης. Μόνο δυο ή τρεις Φράγκοι ιππότες επέζησαν. «Κι έτσι οι Καταλανοί, σαν με μια ζαριά να άλλαξε η τύχη τους, νίκησαν αναπάντεχα και βρήκαν μέρος να μείνουν μόνιμα πια», σημειώνει ο Ν. Γρηγοράς. Ταχύτατα προχώρησαν προς την πρωτεύουσα του δουκάτου, τη Θήβα, και στη συνέχεια στην Αθήνα, υπέταξαν τον άοπλο πληθυσμό, πήραν τις περιουσίες και παντρεύτηκαν τις γυναίκες των ηττημένων και «ου λήγουσιν άχρι και τήμερον», γράφει ο Ν. Γρηγοράς το 1340, «αύξοντες ής έσχον αυθεντίας».

5. Οι συνέπειες και η σημασία της μάχης

Άμεση συνέπεια αυτής της νίκης υπήρξε η κατάλυση του βουργουνδικού δουκάτου των Αθηνών και Θηβών και η εγκαθίδρυση μιας επίφοβης καταλανικής ηγεμονίας με στρατιωτική δομή. Η δημιουργία των Καταλανικών δουκάτων στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα και τη Νότια Θεσσαλία προκάλεσε τεράστια προβλήματα στους ομόδοξους Λατίνους της περιοχής και στην καθολική εκκλησία τόσο, ώστε, όταν μετά από 70 χρόνια οι Ναβαρέζοι εκδίωξαν τους τελευταίους απόγονους των σκληροτράχηλων Αλμουγάβαρων, όλοι οι γείτονες – και βέβαια οι καταπιεσμένοι υπήκοοι – ένιωσαν ανακούφιση. Η μάχη αυτή, εξάλλου, μπορεί να θεωρηθεί ως αρχή μια επανάστασης στην μεσαιωνική πολεμική τέχνη, καθώς το πεζικό απέδειξε τον αναντικατάστατο ρόλο του και την υπεροχή του έναντι του ιππικού. Κατά τούτο μπορεί να θεωρηθεί ισότιμης σημασίας προς την άλλη διάσημη μάχη των Χρυσών Σπιρουνιών στο Κουρτραί της Φλάνδρας το 1302, όπου το φλαμανδικό πεζικό συνέτριψε τους Γάλλους ιππότες με τα χρυσά, πάλι, σπιρούνια.

 

Κεφάλαια

empty
empty

Δελτίο λήμματος

 

Φωτοθήκη

empty
empty
 
 
empty
emptyemptyempty
empty press image to open photo library empty
empty
empty
 Άνοιγμα Φωτοθήκης 
 
 

Βοηθήματα Λήμματος

empty
empty
 
 
  KTP   ESPA   MNEC   INFOSOC   EU