εμπροσθότυπος, ο
Η όψη του νομίσματος που φέρει την πιο σημαντική απεικόνιση. Λόγω αμφιβολιών, πολλοί νομισματολόγοι προτιμούν να χρησιμοποιούν τον όρο για την όψη που τυπώθηκε από την κάτω μήτρα.
|
κάνθαρος, ο
Ευρύστομο αγγείο πόσεως με χαμηλή ή υψηλή, κωνικού σχήματος, βάση (πόδι) και δύο μεγάλες ωοειδείς λαβές στα πλάγια.
|
κιβωτιόσχημος τάφος, ο
Τάφος παραλληλόγραμμου σχήματος με εσωτερική επένδυση από λίθινες ή πλίνθινες πλάκες.
|
λακκοειδής τάφος, ο
Χώρος απόθεσης ενός ή περισσότερων νεκρών αποτελούμενος από ένα λάκκο, απλό ή αρχιτεκτονικά διαμορφωμένο, όπου τοποθετούνταν η σορός μαζί με τα όποια συνοδευτικά κτερίσματα.
|
λήκυθος, η
Βασικό ελαιοδόχο αγγείο, στενόστομο, με μία κάθετη λαβή. Υπάρχουν αρκετοί τύποι του σχήματος αυτού. Τον 5ο αι. π.Χ. επικρατούν οι λήκυθοι κύριου και δευτερεύοντος τύπου. Συχνά απαντά και η λεγόμενη αρυβαλλοειδής λήκυθος με φουσκωτό και κάπως πεπιεσμένο σώμα. Οι λευκές λήκυθοι προορίζονταν αποκλειστικά για ταφική χρήση.
|
λιθόπλινθος, ο
Λίθινο παραλληλεπίπεδο στοιχείο που προκύπτει από συνήθη κοπή και παρουσιάζει αναλογίες αντίστοιχες με την πλίνθο. Οι λιθόπλινθοι με όμοια ή ποικίλα μεγέθη χρησιμοποιούνται κυρίως στο ισόδομο σύστημα τοιχοποιίας.
|
οπισθότυπος, ο
Η οπίσθια όψη ενός νομίσματος, στην οποία συνήθως χαράσσεται και το όνομα της εκδότριας αρχής.
|
όστρακο, το
Θραύσμα αγγείου στο οποίο οι Αθηναίοι έγραφαν το όνομα επιφανούς πολίτη ο οποίος κρινόταν στη διαδικασία της οστρακοφορίας. Την οστρακοφορία εισήγαγε ο Κλεισθένης, με στόχο την εξασφάλιση της αθηναϊκής δημοκρατίας από τον κίνδυνο να αποκτήσουν κύρος και ισχύ κάποιοι διακεκριμένοι πολίτες και να καταλύσουν το πολίτευμα εγκαθιδρύοντας τυραννία.
|
σκύφος, ο
Βαθύ αγγείο πόσης με ανοιχτό στόμιο και σχήμα περίπου ημισφαιρικό.
|