Εγκατάσταση Μικρασιατών προσφύγων στη Βοιωτία

1. Εγκατάσταση μικρασιατών προσφύγων

Αν και η Βοιωτία δεν αποτέλεσε έναν από τους πρώτους επιλεγμένους τόπους και τα παραδοσιακά κέντρα υποδοχής και εγκατάστασης Μικρασιατών προσφύγων, εν τούτοις —σύμφωνα με τα στοιχεία εγκατάστασης του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών αλλά και προφορικές μαρτυρίες— πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στη Θήβα, στο Πλατανάκι, στη Λιβαδειά και στο Σαράντη.

Στη Θήβα η πρώτη εγκατάσταση οργανώθηκε στον παλαιό «Αστικό Συνοικισμό Θήβας», ο οποίος δημιουργήθηκε από το 1927 έως το 1931 και φιλοξένησε 700 οικογένειες. Σήμερα φιλοξενεί οικονομικούς μετανάστες από άλλες χώρες. Λίγα χρόνια αργότερα (από το 1935-1940) αναπτύχθηκε ο «Νέος Συνοικισμός Θήβας» σε επαφή και ένθεν της σιδηροδρομικής γραμμής, με δυναμικό 283 κατοικιών και διαμερισμάτων. Αποτέλεσε έτσι «μια μικρή πόλη μέσα στην πόλη». Στην απογραφή του 1923 καταγράφονται 1494 πρόσφυγες στην επαρχία Θηβών, από τους οποίους οι 776 μένουν στη Θήβα, ενώ οι υπόλοιποι στα κοντινά χωριά (Πυρί, Αγ. Θεόδωροι, Πλατανάκι). Στην απογραφή του 1928 ο αριθμός των προσφύγων ανέρχεται σε 3985, εκ των οποίων οι 2444 είναι εγκατεστημένοι στη Θήβα.

2. Καταγωγή των προσφύγων

Η καταγωγή των προσφύγων ήταν από χωριά της περιοχής της Σμύρνης: Γκιαούρκιοϊ, Μαλκατζές, Ντεβελίκιοϊ, Τριάντα, Κουσάντασι, Σώκια, Καγιάς, Παπαζλί, Θείρα, Αϊδίνι, Μουρσαλί, Καινούριο Χωριό, Γέροντας, Φίλιο, Χαρμανταλί, Μουτεβέλι κ.ά. O παλαιός συνοικισμός ήταν γεωργικός και οι πρώτοι κάτοικοί του ασχολούνταν με την γεωργία και ειδικότερα με την καπνοκαλλιέργεια, την οποία έκαναν γνωστή και στη γύρω περιοχή. Η εγκατάσταση των Μικρασιατών προσφύγων στη Θήβα συνέβαλε στην ενίσχυση της αστικοποίησης, με την έντονη δραστηριοποίησή τους στο εμπόριο, την βιοτεχνία κ.ά. Τα τελευταία χρόνια έχει εγκαταλειφθεί ο Συνοικισμός και οι Μικρασιάτες έχουν εγκατασταθεί σε άλλες συνοικίες της πόλης, όπως το Τάχι και το Κοντίτο. Το Κοντίτο ονομαζόταν και Τενεκέ μαχαλάς, λόγω των πρόχειρων (από τσίγκο) προσφυγικών καταλυμάτων.

Το Πλατανάκι είναι οικισμός που δημιουργήθηκε (το 1926-27) για την στέγαση των προσφύγων και την εγκατάσταση των εδραιωμένων Σαρακατσάνων κτηνοτρόφων, οι οποίοι ξεχείμαζαν από παλιά στην περιοχή. Μέχρι τότε ανήκε στη Μονή Σαγματά (12ος αι. μ.Χ.). Στο Πλατανάκι εγκαταστάθηκαν περίπου 40 οικογένειες προερχόμενες από τη Μάκρη και το Λιβίσι της Μ. Ασίας, και δύο μόνο οικογένειες από το Μπεγιερτζή και το Καμαρίνη, από τη περιοχή της Σμύρνης. Χώρος πρώτης εγκατάστασης ήταν η Εύβοια (Μαντούδι, Χαλκίδα) και ο Πειραιάς. Μέχρι να δημιουργηθεί ο οικισμός, και από το 1924 που έφθασαν οι πρώτοι πρόσφυγες στην περιοχή, εγκαταστάθηκαν προσωρινά (για 2 χρόνια) στα κελιά της Μονής Αγ. Παρασκευής, που ήταν μετόχι της Μονής Σαγματά. Αρχικά ο οικισμός αποτελείτο από 21 διπλοκατοικίες, οι οποίες μοιράστηκαν στις 40 οικογένειες μαζί με αγροτικό κλήρο ανάλογα με τα μέλη της οικογένειας (30 στρεμ. ήταν ο μικρότερος και 85 ο μεγαλύτερος κλήρος).

3. Επαγγελματικές ασχολίες

Οι περισσότεροι μικρασιάτες πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στη Βοιωτία ασχολούνταν στις εστίες τους με τεχνικά επαγγέλματα (τσαγκάρης, χτίστης, γανωματής, ράφτης, βυρσοδέψης κ.ά) και με το εμπόριο. Όταν ήρθαν στην Ελλάδα η γεωργία (καπνοκαλλιέργεια) και η ανθρακοποιία αποτελούσαν την κύρια ασχολία τους. Στους πρόσφυγες της Θήβας διανεμήθηκε μοναστηριακή γη (βακούφικα) που ανήκε στη Μονή Σαγματά σε περιοχές γύρω από την πόλη. Υπερήλικας πρόσφυγας από το Πλατανάκι λέει χαρακτηριστικά:

«Εμείς λεγόμαστε Μακρίνοι, αλλά η καταγωγή μας είναι από το Λιβίσι, από τη Μάκρη περίπου 10 χιλιόμετρα. Εκεί οι άνθρωποι ασχολούνταν με την τέχνη. Τέχνη και εμπόριο. Γεωργία δεν είχαμε. Είχαμε μεν χωράφια, αλλά λίγοι ήταν αυτοί που τα εργάζονταν σαν περιβόλια. Τα δίνανε στους Τούρκους και τα καλλιεργούσαν».

Οι πρόσφυγες της Θήβας και του οικισμού Πλατανάκι απογράφτηκαν στα δημοτικά αρχεία στο «Πρόχειρον πληροφοριακόν βιβλίον δια προσφυγικάς οικογενείας», στο οποίο περιλαμβάνονται 1369 εγγραφές.

Στη Λιβαδειά δημιουργήθηκε το 1929 ένας προσφυγικός συνοικισμός (ο Άγιος Μελέτιος) ο οποίος κατοικήθηκε από 150 οικογένειες. Η καταγωγή τους ήταν από την περιφέρεια των Σωκίων της Μ. Ασίας και ασχολήθηκαν ως επί το πλείστον με τη γεωργία.

Τέλος, λίγες (4-5) οικογένειες, συγγενικές μεταξύ τους, με καταγωγή από τα Σώκια και το Κελεμπέσι της Μ. Ασίας εγκαταστάθηκαν στον παραλιακό οικισμό Σαράντη της Δομβραίνας και ασχολήθηκαν αρχικά με την γεωργία και στη συνέχεια με την αλιεία.

Η καπνοκαλλιέργεια αναπτύχθηκε στην περιφέρεια της Θήβας (Καπαρέλι, Πλαταιές, Μελισσοχώρι, Μουρίκι κ.ά), όπως αναφέρθηκε, μετά την εγκατάσταση των προσφύγων (1923-24). Σημειώνεται χαρακτηριστικά ότι το 1911 καλλιεργούνταν 28 στρ. με καπνό και το 1929 13.709 στρ. με πιο διαδεδομένη την ποικιλία «Μυρωδάτα Σμύρνης».

4. Κοινωνική ενσωμάτωση

Η έλευση και η εγκατάσταση των προσφύγων στην Βοιωτία, όπως και στις άλλες περιοχές, δεν έγινε χωρίς προστριβές και διαμαρτυρίες, καθώς η τοπική κοινότητα αρνήθηκε την άμεση εγγραφή τους στα μητρώα και οι ντόπιοι διεκδίκησαν τα απαλλοτριωτέα κτήματα. Ωστόσο τα ζητήματα αυτά διευθετήθηκαν και η επαφή των προσφύγων με το τοπικό στοιχείο, εγκατεστημένο πολύ πριν την έλευσή τους στην περιοχή (Αρβανίτες, Βλάχοι, Σαρακατσάνοι), επιτεύχθηκε σταδιακά τόσο στο οικονομικό όσο και στο κοινωνικό και στο πολιτιστικό επίπεδο. Οι Μικρασιάτες επεδίωκαν την ένταξη και ενσωμάτωσή τους στη νέα πατρίδα και μέσω των επιγαμιών που συνήψαν με τους ντόπιους, κυρίως μετά τον πόλεμο. Οι Μικρασιάτες έφεραν μαζί τους πολιτισμικά ήθη-έθιμα και παραδόσεις, τεχνογνωσία και διατροφικές συνήθειες, τα οποία αποτέλεσαν αντικείμενο πολιτισμικών ανταλλαγών και επιρροών μεταξύ των κατοίκων της περιοχής.

Στον Νομό Βοιωτίας έχουν ιδρυθεί και δραστηριοποιούνται σήμερα Πολιτιστικοί Σύλλογοι Μικρασιατών στη Θήβα (από το 2004) και στη Λιβαδειά.