1. Βιογραφικά
Τα βιογραφικά στοιχεία που έχουμε βασίζονται σε πληροφορίες που μας δίνει ο ίδιος ο Ησίοδος στα δύο βασικά έργα του. Από τη Θεογονία (στίχ. 23) μαθαίνουμε το όνομά του (οι θεοί δίδαξαν τον Ησίοδο τα ωραία τραγούδια, ενώ έβοσκε αρνιά στους πρόποδες του Ελικώνα. Και οι Μούσες αυτά τα λόγια μου είπαν […]). Στο Έργα και Ημέραι (στίχ. 636-640) ο ποιητής μάς πληροφορεί ότι ο πατέρας του, που καταγόταν από την Κύμη της Μικράς Ασίας, μετανάστευσε στην Άσκρα, μια «κώμη ελεεινή» της Βοιωτίας, που είναι «κακή το χειμώνα, το θέρος ανυπόφορη, ποτέ καλή». Αυτοχαρακτηρίζεται αγρότης και έχει έναν αδελφό, τον Πέρση, με τον οποίο έχει οικονομικές διαφορές και στον οποίο απευθύνεται στο έργο (στίχ. 35-37: «Μα έλα αμέσως την αντιδικία μας να λύσουμε με δίκαιη κρίση […]. Γιατί τον κλήρο μας ήδη τον μοιράσαμε […]»). Μας πληροφορεί ακόμη ότι έχει κερδίσει βραβείο ποίησης σε διαγωνισμό στη Χαλκίδα που έγινε στο πλαίσιο των επιτάφιων αγώνων προς τιμή του Αμφιδάμαντα, Χαλκιδαίου αριστοκράτη (στίχ. 654-657) ο οποίος σκοτώθηκε στη διάρκεια του πολέμου στο Ληλάντιο πεδίο (περίπου 710 - μέσα 7ου αι. π.Χ.). Αυτές είναι οι άμεσες πληροφορίες που μας δίνει ο ποιητής.
Από νεότερες πηγές πληροφορούμαστε για το θάνατo και το χώρο ταφής του. Ο Θουκυδίδης (460-398 π.Χ.) ήξερε ότι ο τάφος βρισκόταν στο Νέμειον της Οζολίας Λοκρίδος (3.96), ο Παυσανίας (2ος αι. μ.Χ.) όμως τον τοποθετεί στον Ορχομενό, μαζί με τον τάφο του Μινύα (9.38.2-4). Στη διάρκεια των αιώνων αναπτύχθηκαν διάφοροι μύθοι γύρω από το θάνατο του ποιητή, τους οποίους μπορούμε να συνοψίσουμε σε μια συνθετική περιγραφή:
Ένας χρησμός προειδοποίησε τον Ησίοδο να αποφύγει το άλσος του Νεμείου Διός. Ο ποιητής προσπαθώντας να αποφύγει τη Νεμέα της Πελοποννήσου, έφτασε στην πόλη Οινεών, στην Οζολία Λοκρίδα, όπου αποπλάνησε την κόρη του οικοδεσπότη του. Τα αδέλφια της παρέσυραν τον Ησίοδο σε ένα σημείο κοντά στο ιερό του Νεμείου Διός, τον σκότωσαν και τον έριξαν στη θάλασσα. Οι δολοφόνοι διέφυγαν, δελφίνια όμως πήραν το σώμα και το μετέφεραν στην περιοχή του Ρίου, τη Μολύκρια (κοντά στο σημερινό Αντίρριο). Οι Λοκροί γιόρταζαν την εποχή εκείνη στη Μολύκρια τα Ρίεια (προς τιμή του Ποσειδώνα). Μόλις είδαν το σώμα του ποιητή, οργάνωσαν ένα κυνήγι των δολοφόνων και, με τη βοήθεια του σκύλου του Ησιόδου, τους βρήκαν, τους σκότωσαν και τους πέταξαν στη θάλασσα. Τον ποιητή τον ενταφίασαν κοντά στο Νέμειον, αλλά οι κάτοικοι κράτησαν την ακριβή θέση κρυφή, ώστε να αποτρέψουν τη μεταφορά της τέφρας στον Ορχομενό. Οι Ορχομένιοι όμως, με τη βοήθεια ενός δελφικού χρησμού, βρήκαν το μέρος και έκαναν τη μετακομιδή.
Τμήμα της φιλολογικής έρευνας έχει αμφισβητήσει την ιστορικότητα του προσώπου και φτάνει στο σημείο να μιλάει για «Ησιόδους». Ισχυρίζεται, δηλαδή, ότι το όνομα «Ησίοδος» πρέπει να εκληφθεί ως συλλογικό, ένα προσωπείο που υποκρύπτει περισσότερους από ένα δημιουργούς. Για τους υποστηρικτές της άποψης αυτής, τα βιογραφικά στοιχεία εντάσσονται σε μια βιογραφική παράδοση η οποία χρησιμοποιεί μια αλληγορική τυπολογία προκειμένου να ενισχύσει το κύρος του βιογραφούμενου. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται και οι πληροφορίες για το θάνατο του Ησιόδου, καθώς και η μνημόνευσή του μαζί και σε σχέση με τον Όμηρο, όπως παραδίδονται από τις πηγές. Οι συγκεκριμένες ενστάσεις συνδέονται με την ανάλυση του ησιόδειου έργου.
2. Το έργο του Ησιόδου
Στην Αρχαιότητα αποδίδονταν στον Ησίοδο 15 έργα: Θεογονία, Έργα και Ημέραι, Ασπίς Ηρακλέους, Γυναικών κατάλογος ή Ηοίαι, Μεγάλαι Ηοίαι, Κήυκος γάμος, Μελαμποδία, Πειρίθου κατάβασις, Ιδαίοι δάκτυλοι, Χείρωνος υποθήκαι, Μεγάλα έργα, Αστρονομία Ησιόδου, Αιγίμιος, Κάμινος ή Κεραμείς, Ορνιθομαντεία, Επικήδειον εις βάτραχον.
Σήμερα η έρευνα θεωρεί ησιόδεια με βεβαιότητα μόνο τη Θεογονία και το Έργα και Ημέραι.
2.1. Θεογονία
2.1.1. Περιεχόμενο
Το έργο ξεκινά με έναν ύμνο και μια επίκληση στις Μούσες (στίχ. 1-115), όπου ο ποιητής αφενός εξυμνεί τη δύναμή τους και αφετέρου μάς ενημερώνει πώς συνέβαλαν στη δημιουργία του συγκεκριμένου έργου: δίδαξαν το τραγούδι στον Ησίοδο και «μου έδωσαν σκήπτρο […], μου εμφύσησαν θεϊκή φωνή, ώστε να μπορώ να ψάλλω και τα μέλλοντα και τα περασμένα. Και μου παρήγγειλαν να υμνώ το γένος των τρισμακάριστων θεών και να ψάλλω πάντοτε τις ίδιες [τις Μούσες] στην αρχή και στο τέλος» (στίχ. 30-34).
Ακολουθεί μια αφήγηση σχετική με τη δημιουργία του κόσμου και τη διαδοχή των θεοτήτων (στίχ. 116-962). Σε αυτό το μέρος περιγράφει και το υπάρχον θεολογικό καθεστώς, αλλά και αφηγείται την εξέλιξή του. Ταξινομούνται 300 περίπου θεοί, σύμφωνα με τη γενεαλογία τους, ενώ η αφήγηση διακόπτεται από διάφορες ιστορίες, λιγότερο ή περισσότερο σχετικές.
Η Δημιουργία δεν αιτιολογείται: το Χάος απλώς γεννήθηκε και ακολούθησαν η Γη, ο Τάρταρος και ο Έρωτας. Από το Χάος γεννήθηκε το Έρεβος και η Νύχτα, γονείς του Αιθέρα και της Ημέρας. Από τη Γη γεννήθηκε ο Ουρανός, τα Όρη και η Θάλασσα. Από το σημείο αυτό η δημιουργία περιλαμβάνει 3 γραμμές καταγωγής: από τη Νύχτα, από τη Γη και τον Ουρανό και τέλος από τη Θάλασσα. Η γραμμή από τη Γη και τον Ουρανό οδηγεί, μέσω των γενεών των Τιτάνων και του Κρόνου, στο Δία. Η γενεαλογική καταγραφή διακόπτεται από τον Ύμνο στην Εκάτη και την ιστορία του Προμηθέα και της Πανδώρας.
Το έργο τελειώνει (στίχ. 963-1022) με ένα δεύτερο προοίμιο, την αφήγηση για τις ενώσεις θεαινών με θνητούς, και με ένα τρίτο προοίμιο.
2.1.2. Η πρόθεση του ποιητή
Οι γενεαλογίες στο έργο αποσκοπούν να εξηγήσουν τις σχέσεις μεταξύ των θεοτήτων. Στόχος του ποιητή είναι να ομαδοποιήσει τους θεούς σε οικογένειες και να συνδέσει αυτές τις οικογένειες με συγκεκριμένους μύθους. Η μορφή του δέντρου ακολουθεί το πρότυπο των ανθρώπινων οικογενειών. Χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η έμφαση στη μητρική γραμμή διαδοχής.
Η Θεογονία του Ησιόδου εντάσσεται σε μια μακρά παράδοση αντίστοιχων θεογονιών της Ανατολής, μέσω των οποίων οι άνθρωποι προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν τον κόσμο και οι οποίες ακολουθούν το ίδιο μοτίβο: δημιουργία των θεών, επικράτησή τους ύστερα από διαμάχες και τελική θεϊκή τάξη, η οποία ισχύει τη στιγμή δημιουργίας του έργου.
2.2. Έργα και Ημέραι
2.2.1. Περιεχόμενο
Το έργο μπορεί να χωριστεί σε δύο μέρη: το πρώτο είναι αφιερωμένο σε προτροπές ηθικού κυρίως περιεχομένου προς τον αδελφό του Ησιόδου, τον Πέρση. Στο δεύτερο περιέχονται πληροφορίες για τις αγροτικές εργασίες και την καλή ναυσιπλοΐα, αλλά και ένας κατάλογος με τις ημέρες κάθε μήνα για την εκτέλεση της εκάστοτε εργασίας.
Ο Ησίοδος χρησιμοποιεί διάφορα μέσα που τον βοηθούν στην επίτευξη του σκοπού του: γνωμικά, μύθοι, παραβολές είναι μόνο λίγα από αυτά. Από το σύνολο του έργου αξίζει να αναφερθούν τα εξής σημεία:
- Τα δύο πρόσωπα της Έριδας (στίχ. 11-46): Υπάρχει η καλή (αγαθή) και η κακή Έρις, κόρες και οι δύο της Νύχτας. Η πρωτότοκος, η καλή Έρις, είναι ο εποικοδομητικός συναγωνισμός, ενώ η δευτερότοκος, η κακή Έρις, η καταστρεπτική διαμάχη.
- Τα πέντε γένη των ανθρώπων (στίχ. 106-201): Το χρυσό, το αργυρό, το χάλκινο, το ηρωικό και το σιδηρούν, που είναι το γένος του ποιητή.
- Τα στοιχεία της αγροτικής ζωής, τα οποία μας επιτρέπουν να εξαγάγουμε συμπεράσματα για τον τρόπο ζωής και εργασίας μιας αγροτικής κοινωνίας.
2.2.2. Η πρόθεση του ποιητή
Ο Ησίοδος επιχειρεί να προτρέψει τον αδελφό του να εγκαταλείψει την καταστρεπτική διαμάχη που έχει δημιουργήσει προβλήματα στη σχέση τους και αντ’ αυτής να αξιοποιήσει το πνεύμα του συναγωνισμού που θα τον κατευθύνει προς μια ζωή τίμιας εργασίας στο αγρόκτημα. Έτσι, μπορεί να πει κανείς ότι τα δύο βασικά θέματα του έργου είναι η δικαιοσύνη και η εργασία.
Αξιοποιεί ταυτόχρονα το συγκεκριμένο πλαίσιο για να μιλήσει για τις απόψεις του σχετικά με τη ζωή, στην οποία δεν υπάρχει μόνο το θετικό ή το αρνητικό. Το σύνολο του έργου διέπεται από τη συνύπαρξη του καλού και του κακού, που ισχύει για κάθε σημαντικό θέμα του ανθρώπινου βίου τόσο σε μικροσκοπικό όσο και σε μακροσκοπικό επίπεδο.
Και αυτό το ποίημα ανήκει σε μια μακρά παράδοση παρόμοιων έργων της Ανατολής. Όμως εδώ υπάρχουν σημαντικές διαφοροποιήσεις, η σπουδαιότερη εκ των οποίων είναι ότι η κλίμακα των γενών (στα άλλα έργα δεν υπάρχει το ηρωικό γένος) χρησιμοποιείται για την πρόγνωση του μέλλοντος, ενώ στον Ησίοδο για την οργάνωση του παρελθόντος.
2.3. Φιλολογική έρευνα
Το ησιόδειο έργο έχει μελετηθεί διεξοδικά και οι απόψεις που υπάρχουν είναι πολλές και όλες έχουν τα επιχειρήματά τους. Ξεκινούν από την υπόθεση ότι πρόκειται για απλή συρραφή προϋπάρχοντος υλικού από την Ανατολή και αμφισβητούνται η γνησιότητα πολλών στίχων, ο δημιουργός, αλλά και η ενότητα κάθε έργου. Φυσικά υπάρχει και η άλλη θέση: πρόκειται για δημιουργίες του Ησιόδου, ο οποίος είναι ιστορικό πρόσωπο, έχουν πλήρη ενότητα και συνιστούν γνήσιο ελληνικό έργο.
Πιο πιθανή θεωρείται η άποψη που αποδέχεται τον Ησίοδο ως ιστορικό πρόσωπο, δημιουργό των δύο έργων, ο οποίος λειτούργησε μεν σε μια παράδοση λογοτυπικής προφορικής ποίησης, που όμως χρησιμοποίησε τη γραφή. Επίσης ενστερνιζόμαστε τη θέση ότι είναι ο πρώτος Ευρωπαίος ποιητής που εισάγει τον εαυτό του στο έργο με ειδικό ρόλο. Στη Θεογονία ακολούθησε μια γενεαλογική γραμμή που αποτελούσε από μόνη της ένα είδος αφηγηματικού νήματος, συνταιριάζοντας ελληνικά και ανατολικά στοιχεία. Στο Έργα και Ημέραι αναγνωρίζεται η πρώτη απόπειρα σύνθεσης ενός έργου μεγάλης κλίμακας χωρίς τον οπλισμό μιας παραδεδομένης αφηγηματικής γραμμής.
2.4. Το ιστορικό περιβάλλον του Ησιόδου
Η Άσκρα ή Άσκρη βρίσκεται στις νότιες πλαγιές του Ελικώνα, κοντά στις Θεσπιές. Η περιοχή κατοικείται από την εποχή του Χαλκού, η περίοδος όμως της μεγαλύτερης ανάπτυξής της είναι η Αρχαϊκή και η Κλασική. Δεχόμενοι ότι τα έπη έχουν γραφτεί μεταξύ του 750 και 650 π.Χ., βρισκόμαστε στο μεταίχμιο της μετάβασης από τη Γεωμετρική στην Αρχαϊκή εποχή. Είναι η εποχή της «ελληνικής αναγέννησης». Τα αρχαιολογικά δεδομένα πιστοποιούν αξιοσημείωτη αύξηση του πληθυσμού της Βοιωτίας που προκάλεσε και αλλαγές στις κοινωνικές δομές. Μεγάλο πρόβλημα αποτελούσε η έλλειψη καλλιεργήσιμης γης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται έριδες τόσο μεταξύ γειτονικών πόλεων όσο και ανάμεσα στους πολίτες της ίδιας πόλης, στοιχείο που οδήγησε στην ίδρυση αποικιών στη Μικρά Ασία, τη Δύση και σε μικρότερο βαθμό στη Μαύρη θάλασσα. Η επαφή των Ελλήνων με τους λαούς της Ανατολής διευκόλυνε τις μεταξύ τους πολιτιστικές ανταλλαγές, με κυριότερο στοιχείο τη χρήση της γραφής. Παράλληλα, η φήμη των μεγάλων πανελλήνιων ιερών εξαπλώθηκε, ενώ ήδη το 776 π.Χ. έγιναν, κατά την παράδοση, οι πρώτοι Ολυμπιακοί Aγώνες και το ιερό της Ολυμπίας καθιερώθηκε ως τόπος συνάντησης των ελληνικών πληθυσμών, όπου γίνονταν συνειδητές οι ομοιότητες και οι διαφορές των φύλων. Το ομηρικό έπος βοήθησε να καλλιεργηθεί η συνείδηση της κοινής καταγωγής των Ελλήνων από τους ίδιους ηρωικούς προγόνους, ενώ την ίδια περίοδο η λατρεία ορισμένων θεών έγινε πανελλήνια και διαδόθηκαν κοινές δοξασίες σχετικές με τις ιδιότητες, τα σύμβολα και τις σχέσεις μεταξύ τους. Στα μέσα του 8ου αι. π.Χ. κάνει την εμφάνισή του ο νέος τύπος πολιτικής οργάνωσης, η πόλις, στην οποία οι αριστοκράτες, αντλώντας δύναμη από την έγγεια ιδιοκτησία τους και από το πλήθος των ανθρώπων που είχαν κάτω από τον άμεσο έλεγχό τους, περιόρισαν σταδιακά τις εξουσίες του βασιλιά, απέκτησαν οι ίδιοι πολλές αρμοδιότητες και κυριάρχησαν μέσα σε μικρό σχετικά χρονικό διάστημα στο δημόσιο βίο. Μεταξύ των άλλων ήταν υπεύθυνοι για την απόδοση δικαιοσύνης, επειδή ήταν γνώστες των θεμίστων, των άγραφων δηλαδή διατάξεων που θεμελίωναν την εσωτερική πειθαρχία και αποτελούσαν αρχές άγραφου δικαίου.
2.5. Αποτίμηση του έργου
Ο Ησίοδος και ο Όμηρος «εἰσὶ οἱ ποιήσαντες θεογονίην Ἕλλησι καὶ τοῖσι θεοῖσι τὰς ἐπωνυμίας δόντες καὶ τιμάς τε καὶ τέχνας διελόντες καὶ εἴδεα αὐτῶν σημήναντες» (Ηρ. 2.53.2).
Ήδη ο Ηρόδοτος θεωρούσε ότι οι δύο επικοί ποιητές κατασκεύασαν τη γενεαλογία των θεών, τους έδωσαν τα ονόματα και τις ιδιότητες. Ανεξάρτητα λοιπόν από τον τρόπο που δημιουργήθηκε η Θεογονία, εμφανής είναι η προσπάθεια του ποιητή να δημιουργήσει μια ιεραρχική τάξη στη χαοτική κατάσταση που θεωρούσε ότι επικρατεί στον κόσμο των θεών.
Το Έργα και Ημέραι παρουσιάζει ένα συνεπές σύστημα αξιών και θεσμών, το οποίο εκφράζει μια αγροτική κοινωνία. Στο πλαίσιο αυτό ξεχωρίζει η ενασχόληση του ποιητή με το θέμα της δικαιοσύνης, πράγμα κατανοητό, αν αναλογιστεί κανείς τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής του. Άλλα σημαντικά στοιχεία είναι καταρχάς ο αγώνας για την τιμή – μια ομηρική αξία, της οποίας όμως οι προϋποθέσεις είναι διαφορετικές: η κατοχή πλούτου (όπου εδώ σημαίνει κυρίως γη) κατοχυρώνει την τιμή καθενός, γι’ αυτό και είναι απαραίτητο να δουλεύει ο καθένας περισσότερο από το διπλανό του (καλή Έρις). Ένα δεύτερο στοιχείο είναι η επιδίωξη για αυτάρκεια, η οποία στηρίζεται στην οικονομική ανεξαρτησία, που μοιραία οδηγεί στον ατομικισμό.
Συμπερασματικά λοιπόν βλέπουμε ότι ο Ησίοδος απευθύνεται σε ένα κοινωνικό σύνολο του οποίου οι ενέργειες κατευθύνονται με βάση το προσδοκούμενο (θεωρία της προσδοκίας). Επομένως, όλες οι αρχές που εμφανίζονται στο έργο του –Δικαιοσύνη, καλή Έρις, Αυτάρκεια– είναι η προσπάθεια να δοθεί μεγαλύτερη σταθερότητα στο προσδοκούμενο. Ο Ησίοδος και οι συμπολίτες του, ζώντας σε μια περίοδο κοινωνικών μετεξελίξεων, βιώνουν μια νέα πραγματικότητα που απαιτεί και νέες μορφές δράσης. Έτσι δημιουργείται η ανάγκη επαναπροσδιορισμού της κατάστασης, κάτι που επιτυγχάνεται μέσω του έπους: θέτει σε αμφιβολία την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων και δίνει πιθανές νέες κατευθύνσεις, των οποίων η αξιοπιστία μπορεί να επιτευχθεί καταρχάς στο επίπεδο της συνεννόησης και της συναίνεσης.
Επομένως, το ησιόδειο έργο εκτός από τις πληροφορίες για την αγροτική οικονομία μάς προσφέρει και ένα σύστημα αξιών, το οποίο εξελισσόμενο θα διέπει τον ελληνικό τρόπο σκέψης και δράσης και στα επόμενα χρόνια.
3. Πρόσληψη του Ησιόδου
Η επίδραση του Ησιόδου ήταν έντονη ήδη από τον 6ο αι. π.Χ. και καταγράφεται στον Αρχίλοχο. Αλλά και ο Ξενοφάνης, όπως και οι Ηράκλειτος και Πλάτωνας αργότερα, μέσα από την αντιπαράθεσή τους προς το ησιόδειο μοντέλο, δείχνουν τη δύναμη του Ησιόδου.
Η απήχηση της ποίησής του, αλλά και οι διασκευές του μπορούν να εντοπιστούν στην ποίηση τόσο της Κλασικής όσο και της Ελληνιστικής περιόδου. Αλλά και οι Βιργίλιος και Γάλλος αναφέρονται σε αυτόν. Στην Ύστερη Αρχαιότητα η ησιόδεια θεολογία ερμηνευόταν ως αρχαϊκό προανάκρουσμα της θεολογίας του ύστερου πλατωνισμού.
Στο τέλος του 15ου αιώνα το Έργα και Ημέραι αποτελούσε κλασικό ανάγνωσμα των ουμανιστών της Δύσης. Η πρώτη λατινική μετάφραση κυκλοφόρησε το 1471 και ο Ησίοδος είναι από τους πρώτους Έλληνες συγγραφείς που τυπώθηκε. Το 1618 μεταφράστηκε το Έργα και Ημέραι στα αγγλικά από τον Τζορτζ Τσάπμαν, φαίνεται δε ότι ενέπνευσε και τον Τζον Μίλτον. Το 18ο αιώνα, αν και η βουκολική ποίηση παρακμάζει, το γεγονός ότι η μυθολογία θεωρήθηκε παρακαταθήκη αφηγηματικού υλικού και πολιτισμικών στοιχείων εξασφάλισε στον Ησίοδο ένα ευρύ αναγνωστικό κοινό. Τέλος, πρέπει να αναφερθεί κανείς στην επανερμηνεία του Ησιόδου από τον Έζρα Πάουντ στα Cantos, αλλά και στους σαρκασμούς του ποιήματος A Corona for Wolfgang του John Hollander.
Όλα τα παραπάνω δείχνουν το πείσμα με το οποίο αντιστάθηκε στη φθορά του χρόνου ο Ησίοδος, ο οποίος μάλιστα είναι ο πρώτος που «υπογράφει» το έργο του.