1. Εισαγωγή
Η Χαιρώνεια βρίσκεται στη δυτική Βοιωτία και κατά την αρχαιότητα συνόρευε βόρεια με τον Ορχομενό, νότια με τη Λιβαδειά και δυτικά με τον Πανοπέα, πόλη της Φωκίδας. Σήμερα η περιοχή του αρχαίου Πανοπέα υπάγεται στη Χαιρώνεια, πόλη της Βοιωτίας. Η πόλη είναι γνωστή κυρίως για την περίφημη μάχη του 338 π.Χ., το αποτέλεσμα της οποίας εδραίωσε την ηγεμονία της Μακεδονίας στον ελλαδικό χώρο, καθώς και για το πολυγραφότατο τέκνο της, τον Πλούταρχο.
2. Αρχαιότητα
Κατά τον Παυσανία η πόλη αρχικά ονομαζόταν Άρνη, όπως και η Λιβαδειά, ενώ το κατοπινό της όνομα οφειλόταν στον Χαίρωνα, γιο του Απόλλωνα. Τα αρχαιολογικά δεδομένα επιβεβαιώνουν κατοίκηση από τη Νεολιθική περίοδο στη Μαγούλα Μπαλωμένου, κι ανάμεσα στα ευρήματα ξεχωρίζει ένα πήλινο μοντέλο κατοικίας και μια ιδιαίτερη κεραμική παραγωγή, γνωστή ως «αγγεία της Χαιρώνειας». Στον ίδιο τον οικισμό η κατοίκηση στοιχειοθετείται από την Πρωτοελλαδική περίοδο. Ένας θαλαμοειδής τάφος καθώς και μέρος της οχύρωσης της ακρόπολης σε «κυκλώπειο» σύστημα τοιχοδομίας έχουν συνδεθεί με το μυκηναϊκό παρελθόν της πόλης. Απουσιάζουν ωστόσο πληροφορίες για τα πρώιμα ιστορικά χρόνια.
Κατά τον 6ο και πρώιμο 5ο αι. π.Χ. φαίνεται πως η Χαιρώνεια αποτελούσε κώμη του Ορχομενού, στον οποίο ανήκαν και τα εδάφη της, ενώ η ίδια δεν αντιπροσωπευόταν στο Κοινό των Βοιωτών. Στη συνέχεια λειτούργησε ως πόλη εξαρτημένη από τον Ορχομενό και η διοίκηση ασκούνταν από τη βουλή, στην οποία γίνονταν δεκτοί μόνο πολίτες με περιουσία. Οι βάσεις της πολιτείας φαίνεται πως ήταν ολιγαρχικές και τα αξιώματα των αρχόντων παλαιά, αν κρίνεις κανείς από τις απαγορεύσεις που συνδέονταν με αυτά. Για παράδειγμα οι άρχοντες δεν επιτρεπόταν να πιάνουν στα χέρια τους μέταλλο, να περνούν τα σύνορα με τη Φωκίδα και να κόβουν σταφύλια πριν τη φθινοπωρινή ισημερία.
Το 457 π.Χ. στη Χαιρώνεια και στον Ορχομενό βρήκαν καταφύγιο οι ολιγαρχικοί των άλλων Βοιωτικών πόλεων που εκδιώχθηκαν από τους Αθηναίους. Λίγο αργότερα ωστόσο, το 446 π.Χ., και η ίδια η Χαιρώνεια καταλήφθηκε από τους Αθηναίους και ο πληθυσμός της εξανδραποδίστηκε. Μαρτυρείται τέλος μια ανεπιτυχής προσπάθεια του Ορχομενού και της Αθήνας να επιβάλουν δημοκρατικό πολίτευμα στην πόλη το 424 π.Χ. Το 395 π.Χ. η Χαιρώνεια ενώθηκε με την Ακραιφία και τις Κώπες και αποτέλεσε μια από τις έντεκα περιοχές της Βοιωτίας. Δεν είναι εντούτοις γνωστό πότε ακριβώς απαλλάχτηκε από την επικυριαρχία του Ορχομενού και έγινε μια από τις έξι πόλεις που εξέλεγαν ένα Βοιωτάρχη κάθε τρία χρόνια. Κατά τον 4ο αι. π.Χ. η πόλη έκοβε αργυρά και χάλκινα νομίσματα. Στη διάρκεια του Γ΄ Ιερού Πολέμου, η Χαιρώνεια πολιορκήθηκε από τους Φωκείς υπό τον Ονόμαρχο το 354 π.Χ. και καταλήφθηκε μετά το 351 π.Χ. από τον Φάλαικο.
Η σωζόμενη οχύρωση της ακρόπολης ανάγεται σε διαφορετικές φάσεις: στην Αρχαϊκή περίοδο ανήκει κατά μια εκδοχή τόσο το τμήμα «κυκλώπειας» κατασκευής, όσο και εκείνο λέσβιας τοιχοδομίας, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της είναι χτισμένο με το ισόδομο σύστημα και χρονολογείται στον 4ο αι. π.Χ. Οχύρωση φαίνεται πως περιέβαλε εκτός από την ακρόπολη και την κάτω πόλη, στην οποία το μόνο σωζόμενο οικοδόμημα είναι το θέατρο. Στην αρχική, κλασική του μορφή, είχε ευθύγραμμο κοίλο και 8 σειρές εδράνων, ενώ στα ελληνιστικά χρόνια απέκτησε καμπύλο κοίλο και 15 σωζόμενες σειρές εδράνων.
Οι μαρτυρούμενες -κυρίως επιγραφικά- λατρείες της πόλης περιλαμβάνουν τον Απόλλωνα Δαφνηφόρο, την Άρτεμη Ειλειθυία, τον Ηρακλή, το Διόνυσο, τον Ασκληπιό, το Σάραπι και άλλες αιγυπτιακές θεότητες. Εκτός πόλης μαρτυρείται ιερό αφιερωμένο στον Απόλλωνα Θούριο (στο Θούριο) και άγαλμα του Δία στην κορυφή του απόκρημνου υψώματος Πετραχός. Μια από τις ιδιαίτερες λατρείες της Χαιρώνειας αφορούσε το λεγόμενο σκήπτρο του Δία ή του Αγαμέμνονα, έργο θεότευκτο, η κατασκευή του οποίου αποδιδόταν στον Ήφαιστο.
Το 338 π.Χ. ένας συμμαχικός στρατός στον οποίο πρωτοστατούσαν οι Αθηναίοι και οι Θηβαίοι, αλλά συμμετείχαν επίσης Κορίνθιοι, Μεγαρείς, Ευβοείς, Φωκείς, Αχαιοί και Ακαρνάνες, παρατάχτηκε στη Χαιρώνεια περιμένοντας το Φίλιππο της Μακεδονίας. Οι δυο στρατοί είχαν περίπου όμοιες δυνάμεις, γύρω στις 30 χιλιάδες άνδρες η κάθε πλευρά. Με το Φιλίππο είχαν συνταχτεί και δυο χιλιάδες Θεσσαλοί ιππείς. Η μάχη θεωρείται μια από τις κρισιμότερες της ελληνικής ιστορίας καθώς ανέτρεψε το συσχετισμό δυνάμεων σηματοδοτώντας το τέλος των πόλεων-κρατών και την απαρχή των μεγάλων ηγεμονιών της Ελληνιστικής περιόδου, ενώ σε επίπεδο στρατηγικής κατέστησε σαφή την υπεροχή της μακεδονικής φάλαγγας. Η σύγκρουση ήταν σφοδρή, αλλά ο Φίλιππος με ελιγμούς και αυστηρή πειθαρχία του στρατεύματός του κατόρθωσε να αντικρούσει τους αντιπάλους του. Συγχρόνως ο μόλις δεκαοκτάχρονος Αλέξανδρος, επικεφαλής των Εταίρων, κατάφερε να πλαγιοκοπήσει το επίλεκτο θηβαϊκό σώμα, τον Ιερό Λόχο. Οι απώλειες ήταν σημαντικές και για τις δυο πλευρές, όμως η νίκη ήταν αναμφίβολα με το μέρος των Μακεδόνων.
Οι Θηβαίοι έστησαν ένα μαρμάρινο λιοντάρι πάνω στον ομαδικό τάφο των ιερολοχιτών. Το λιοντάρι καταστράφηκε και διαμελίστηκε άγνωστο πότε ακριβώς, αλλά στις αρχές του 19ου αι. βρισκόταν σχεδόν ολοκληρωτικά θαμμένο. Το 1818 εντοπίστηκε από Άγγλο περιηγητή και την επόμενη χρονιά το αποκάλυψε ο Οδυσσέας Ανδρούτσος και λίγο έλλειψε να μεταφερθεί στην Κωνσταντινούπολη. Η ιστορία της αναστύλωσής του είναι χαρακτηριστική για το νεοσύστατο ελληνικό κράτος με αλληλοαναιρούμενες επιτροπές και αποφάσεις για σχεδόν μισόν αιώνα. Τελικά η αρχική αναστύλωση ολοκληρώθηκε το 1904, ενώ πρόσφατα έγιναν και νέες αναστηλωτικές εργασίες.
Μια ακόμα σημαντική μάχη στην περιοχή της Χαιρώνειας, που περιγράφει αναλυτικά ο Πλούταρχος, διεξήχθη το 86 π.Χ. ανάμεσα στους στρατηγούς του Μιθριδάτη του Πόντου, Ταξίλλη και Αρχέλαο, και το Ρωμαίο στρατηγό Σύλλα. Οι δυνάμεις του Μιθριδάτη υπερτερούσαν αριθμητικά των Ρωμαίων, αλλά ήταν λιγότερο εκπαιδευμένες και πειθαρχημένες, γεγονός που οδήγησε στην ήττα τους.
Ο Πλούταρχος που περιγράφει τη μάχη, έζησε αρκετά αργότερα και πέθανε το 120 μ.Χ. Προερχόταν από εύπορη οικογένεια της πόλης, διετέλεσε άρχοντας στη Χαιρώνεια και ιερέας στου Δελφούς και αποτύπωσε στο πλούσιο και πολυσχιδές έργο του πληθώρα πληροφοριών για τη γενέτειρά του και τη γύρω περιοχή κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο. Τα τελευταία χρόνια η αρχαιολογική σκαπάνη έχει φέρει στο φως λουτρά, δεξαμενές, αρκετές ρωμαϊκές αγροικίες και επαύλεις, μια εκ των οποίων διέθετε και ελαιοτριβείο.
Η γειτονική πόλη Πανοπέας –Πανοπεύς ή Φανοτεύς κατά τις πηγές- βρίσκεται στο ύψωμα πάνω από το χωριό Άγιος Βλάσης. Σύμφωνα με τη μυθολογία ο ιδρυτής και επώνυμος ήρωάς του ήταν γιος του Φώκου και πατέρας του Επειού, του τεχνίτη που κατασκεύασε το Δούρειο Ίππο. Οι περισσότερες ιστορικές αναφορές σχετίζονται με τις καταστροφές και κατακτήσεις της πόλης: από τον Ξέρξη το 480 π.Χ., από τους Βοιωτούς το 395 π.Χ., από το Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας το 346 π.Χ. και από τον Φλαμινίνο το 198 π.Χ. Ο Παυσανίας το 2ο αιώνα μ.Χ. μιλά με θαυμασμό για τα τείχη της ακρόπολης του Πανοπέα, αλλά σημειώνει πως στην εποχή του οι κάτοικοί του ζούσαν σε καλύβες. Σημαντικό μέρος των τειχών, με οκτώ ενδιάμεσους πύργους, είναι ορατό και σήμερα στη δυτική και νότια πλευρά της ακρόπολης. Είναι χτισμένο με σύστημα ακανόνιστης τραπεζιοειδούς και εν μέρει ψευδοϊσόδομης τοιχοδομίας και χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. Στην ακρόπολη σώζονται και ερείπια ενός πύργου της Φραγκοκρατίας.
3. Ύστερη Αρχαιότητα - Μέσοι Χρόνοι
Στα Πρωτοχριστιανικά χρόνια ανάγεται μια βασιλική με ψηφιδωτό δάπεδο που βρίσκεται λίγο έξω από το σημερινό οικισμό, πιθανότατα στη θέση του αρχαίου ναού του Ηρακλή. Σήμερα βρίσκονται ακόμα κατά χώρα κίονες, κιονόκρανα και άλλα αρχιτεκτονικά μέλη, ενώ περισσότερα γλυπτά φυλάσσονται στη γειτονική μονή Λυκούρεση και στο Αρχαιολογικό Μουσείο Χαιρώνειας. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει ανάγλυφο με σταυρό και αμνούς εκατέρωθεν και αρχιτεκτονικό μέλος με παράσταση ιχθύων.
Στα Ύστερα Μεσαιωνικά Χρόνια η περιοχή της Χαιρώνειας έγινε θέατρο μιας ακόμα μεγάλης μάχης, η οποία συνήθως αναφέρεται ως μάχη του Κηφισσού ή του Αλμυρού. Στις 15 Μαρτίου 1311 η Καταλανική Εταιρεία κατατρόπωσε τις δυνάμεις του Δούκα των Αθηνών Βάλτερ της Βριέννης και κυριάρχησε για σχεδόν 80 χρόνια στη Βοιωτία. Ήδη αυτή την εποχή η πόλη θα πρέπει να ονομαζόταν Κάπραινα, όνομα με το οποίο κάνει την εμφάνισή της και στα πρώτα οθωμανικά κατάστιχα του 1466. Το όνομα αυτό κατά μια εκδοχή οφείλεται στην αφθονία κάπρων στην περιοχή, ή κατ’ άλλη σε παρερμηνεία και απόδοση σε κάπρο του ορατού ακόμα κεφαλιού του λέοντα από το κατεστραμμένο θηβαϊκό μνημείο. Η Κάπραινα ήταν από τους μεγαλύτερους οικισμούς της Βοιωτίας και αμιγώς ελληνική, όπως και ο Άγιος Βλάσιος. Στην περιοχή ωστόσο εγκαταστάθηκαν και Αρβανίτες στους οικισμούς Παύλο, Μουρίκι και Βράνεζι. Η παραγωγική δραστηριότητα επικεντρωνόταν στην καλλιέργεια δημητριακών και την αμπελοκαλλιέργεια και οινοπαραγωγή.
Νοτιοανατολικά της Χαιρώνειας, στη ρεματιά του Αίμονα, βρίσκεται η ιστορική μονή Λυκούρεση ή της Παναγίας του Μύρου. Δεν είναι βέβαιο πότε ακριβώς ιδρύθηκε, αλλά από οθωμανικές πηγές τεκμαίρεται ότι υπήρχε ήδη στα μέσα του 15ου αι. και αποτελούσε μετόχι της μονής του Οσίου Λουκά. Το ασυνήθιστης μορφής καθολικό φέρει εννέα τρούλους με ψηλότερο τον κεντρικό, στην τοιχοδομία του έχουν ενταχθεί παλαιοχριστιανικά και ρωμαϊκά σπόλια, και στο ιερό σώζονται σπαράγματα τοιχογραφιών του 17ου αιώνα.
4. Νεότεροι χρόνοι
Κατά την επανάσταση του 1821 η μονή αποτέλεσε το στρατηγείο του Αθανάσιου Διάκου πριν κινηθεί για την απελευθέρωση της Λιβαδειάς. Και οι κάτοικοι του Ανθοχωρίου (παλιότερα Μπέλεσι) συνέβαλαν στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και ειδικά στη μάχη της Αράχωβας, στο πλευρό του Γεώργιου Καραϊσκάκη. Τον Αύγουστο του 1821 έλαβε χώρα στα Βασιλικά σημαντική μάχη μεταξύ των οπλαρχηγών Γκούρα, Δυοβουνιώτη και Πανουργιά, και των οθωμανικών στρατευμάτων υπό τον Μπεϊράν Πασά. Τον Ιούλιο του 1823 ο Οδυσσέας Ανδρούτσος επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στις δυνάμεις του Μπερκόφτσαλη στη Χαιρώνεια, προξενώντας του σοβαρές απώλειες. Στη διάρκεια της κατοχής οι Γερμανοί έκαψαν στις 5 Μαΐου 1943 τον οικισμό Ανθοχώρι σε αντίποινα για την υποστήριξη των κατοίκων του προς τις αντιστασιακές ομάδες.
Σήμερα η Χαιρώνεια είναι ένας όμορφος οικισμός με αρκετά αξιοθέατα, ανάμεσα στα οποία ξεχωρίζει ο αναστηλωμένος Λέων, το ανακαινισθέν Αρχαιολογικό Μουσείο και το Πλουτάρχειο Ιστορικό και Πολιτιστικό Πάρκο Χαιρώνειας.