Κορσιαί (Αρχαιότητα)

1. Ιστορία των ανασκαφών

Κοντά στο σημερινό χωριό Πρόδρομος (Χώστια) σώζονται τα ερείπια της βοιωτικής πόλης των Χορσιών ή Κορσιών. Οι έρευνες άρχισαν τον 20ό αιώνα από τον J. Fossey του Πανεπιστημίου McGill, ο οποίος από τα μέσα του 1960 οργάνωσε αρχικά μια επιφανειακή έρευνα στην ευρύτερη περιοχή, ενώ στις αρχές του 1980 η αμερικανική αποστολή με επικεφαλής τον J. Fossey και τον J. Morin ανέσκαψε επί δύο συνεχή έτη το κάστρο στα Χώστια. Τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν εντυπωσιακά και φώτισαν άγνωστες πτυχές αυτής της βοιωτικής πόλης. Πρόκειται για μια αυτόνομη κοινότητα, που χωρίζεται γεωγραφικά σε πέντε περιοχές: τα βουνά, τις χαμηλότερες πλαγιές, το πλάτωμα, τους χθαμαλούς λόφους και μία μεγάλη πεδιάδα. Το περιβάλλον αυτό έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις οικονομικές δραστηριότητες των κατοίκων της πόλης. Για παράδειγμα, οι χαμηλότερες πλαγιές προσφέρονταν για την καλλιέργεια ελαιόδεντρων, ενώ οι χθαμαλοί λόφοι και η πεδιάδα για την κτηνοτροφία και για την καλλιέργεια γεωργικών προϊόντων.

2. Ιστορική επισκόπηση

Η αρχαία πολίχνη των Κορσιών, με βεβαιότητα ταυτισμένη από επιγραφικά ευρήματα, βρισκόταν κοντά στο μοναστήρι των Ταξιαρχών, που χτίστηκε τον 11ο αιώνα. Κοντά στο σημερινό χωριό Χώστια βρέθηκε το προξενικό ψήφισμα (IG VII 2383), όπου αναφέρεται πως το τιμώμενο πρόσωπο είχε πολλές φορές ευεργετήσει «τον δάμον των χορσιείων». Αναφέρεται ρητά πως «μεγάλας σπανοσιτίας γενομένας… εδάνεισε τηι πόλι χρείματα ουκ ολίγα». Πριν από το 386 π.Χ. η πόλη βρισκόταν υπό την ηγεμονία των Θεσπιών, ενώ από το 371-362 π.Χ. ανήκε στη θηβαϊκή ηγεμονία, έως ότου ανεξαρτητοποιήθηκε μετά το 338 π.Χ.

Τα πρώτα ίχνη κατοίκησης χρονολογούνται στην Πρώιμη Ελλαδική περίοδο, ενώ ευρήματα της Γεωμετρικής, της Αρχαϊκής και της Κλασικής περιόδου πιστοποιούν τη συνεχή κατοίκηση της θέσης. Προς το τέλος της Μυκηναϊκής περιόδου το κάστρο εγκαταλείπεται, όπως συμβαίνει με άλλες θέσεις της ίδιας εποχής, και οι κάτοικοι φαίνεται πως μετακινούνται στη θέση Μάλι, η οποία βρίσκεται ανατολικά. Στη κορυφή του βουνού αυτού έχει βρεθεί οικισμός, ο οποίος χρονολογείται από την Πρωτοελλαδική ΙΙΙ Β έως την Πρωτογεωμετρική περίοδο.

3. Αρχαιολογικά κατάλοιπα

Στην ακρόπολη των Κορσιών, στην ανατολική απόκρημνη πλευρά της, είναι ορατά ακόμα και σήμερα τα τείχη της πόλης, η μορφή των οποίων είναι όμοια με αυτή όλων των οχυρών θέσεων στον Κορινθιακό κόλπο (Σίφες, Κρεύση)· μαζί με αυτές τις θέσεις του 4ου αι. π.Χ. έπαιζε σημαντικό ρόλο στο εμπόριο με τις απέναντι ακτές του Κορινθιακού κόλπου. Στα τείχη που σώζονται διακρίνονται δύο οικοδομικές φάσεις. Στην πρώτη φάση οικοδόμησής τους, στα Πρώιμα Κλασικά χρόνια, ο οχυρωματικός περίβολος χτίστηκε από μεγάλες πέτρες σε λέσβια δομή. Η δεύτερη οικοδομική φάση, που αφορά και την ακρόπολη και την κάτω πόλη, αποτελείται από μεγάλους τετραγωνισμένους λίθους τοποθετημένους σύμφωνα με το ισόδομο σύστημα, που υποδεικνύουν ότι η χρήση της θέσης συνεχίστηκε και μετά τη μάχη των Λεύκτρων γύρω στο 360 π.Χ. Eντός της ακρόπολης βρέθηκαν κτηριακές εγκαταστάσεις οικιστικού χαρακτήρα (όπως υδατοδεξαμενές, τμήματα ελαιοτριβείου). Στη δυτική πλευρά της ακρόπολης αποκαλύφθηκαν τρία δωμάτια, τα οποία την Ελληνιστική εποχή χρησίμευαν ως εργαστήρια ύφανσης και βαφής.

Σύμφωνα με τις ανασκαφικές έρευνες, στα βόρεια της ακρόπολης και εντός της κάτω πόλης αποκαλύφθηκε επίμηκες ορθογώνιο κτήριο των Πρώιμων Αρχαϊκών χρόνων (6ος αι. π.Χ.). Επιγραφικές μαρτυρίες επιβεβαιώνουν τη λατρεία της Ήρας και την ύπαρξη Ηραίου. Μια μαρμάρινη ενεπίγραφη αετωματική στήλη, που βρέθηκε στο κάστρο των Κορσιών και χρονολογείται τον 4ο αι. π.Χ., απαριθμεί αφιερώματα από χρήματα και σκεύη τα οποία είχαν προσφέρει οι Θεσπιείς στο ιερό της Ήρας. Η επιγραφή (SEG 24.361) αναφέρει χαρακτηριστικά «hιερ χρέματα Θεσσπιέων Διοπείθεος ρχοντος· ν hΕραίωι ...».

Πλησίον της βόρειας πύλης της ακρόπολης βρέθηκαν ενεπίγραφα όστρακα που μαρτυρούν ότι λατρεύονταν ο Δίας Σωτήρας και ο Ηρακλής Χάροπας.

4. Καταστροφή και αναδημιουργία της πόλης

Σύμφωνα με αρχαίες πηγές (Διόδωρος ο Σικελιώτης xvi), το 346 π.Χ. η πόλη καταλήφθηκε από τους Φωκείς και χρησιμοποιήθηκε ως βάση των επιχειρήσεών τους στη Βοιωτία, αλλά μετά την ήττα των Φωκέων, την ίδια χρονιά, καταστράφηκε από τη Θήβα. Έπειτα από αυτή την καταστροφή τα τείχη ξαναχτίστηκαν και οι Κορσιές έπαψαν να είναι ένας απλός οικισμός και έγιναν κανονική πόλη. Η καταστροφή ήρθε κατά τη διάρκεια των Μιθριδατικών πολέμων, τον 1ο αι. π.Χ., και η πόλη ξανακατοικήθηκε το 2ο αι. μ.Χ., για να εγκαταλειφθεί οριστικά τον 5ο αιώνα.