Επαμεινώνδας

1. Ο «φιλόσοφος-στρατηγός»: η καταγωγή και η εκπαίδευση του Επαμεινώνδα

Ο Επαμεινώνδας ήταν κορυφαίος στρατηγός των Θηβών την εποχή της Θηβαϊκής Ηγεμονίας (από τη δεκαετία του 370 έως αυτή του 360 π.Χ.) και ένας από τους διασημότερους στρατιωτικούς διοικητές της αρχαιότητας. Στους Βίους του ο Πλούταρχος είχε συγγράψει τη βιογραφία του (δεν σώζεται), παραλληλίζοντάς τον με τον Σκιπίωνα τον Αφρικανό. Με βάση ό,τι μπορούμε να αντλήσουμε από άλλες αναφορές, ο Βίος του Επαμεινώνδα, σε συνδυασμό με αυτόν του Πελοπίδα, είχε ως σκοπό να προβάλλει το ιδεώδες της πολιτικής δεινότητας. Εκτός από την ανδρεία, οι κυριότερες αρετές του Επαμεινώνδα ήταν η στρατηγική του μεγαλοφυΐα, αλλά και η φερόμενη προσήλωσή του στη φιλοσοφία. Σε ορισμένα σύγχρονα ιστορικά κείμενα αναδεικνύεται ως φιλόσοφος-στρατηγός, ένα άτομο που εφάρμοσε τις αρχές της πυθαγόρειας φιλοσοφίας στο πεδίο της μάχης. Αυτή η άποψη βασίζεται στους επαίνους του Πλουτάρχου για τον αδιάφθορο χαρακτήρα του, την ολιγάρκεια και τις ρητορικές του ικανότητες (Πλούταρχος Ηθικά, 808e έως 809a).

Κατόπιν προσεκτικότερης εξέτασης, η προσήλωση του Επαμεινώνδα στην πυθαγόρεια φιλοσοφία αποτελεί κατά πάσα πιθανότητα χίμαιρα, τουλάχιστον σύμφωνα με τον Buckler (1993). Ο σημαίνων πολιτικός σαφώς και θα είχε ακούσει τα πυθαγόρεια δόγματα από το δάσκαλό του Λύσι, ο οποίος έμενε στο σπίτι του πατέρα του (Διόδωρος 15.39.2 και Stylianou 1998: 330, Παυσανίας 9.13.1, Πλούταρχος Ηθικά, 583c). Είναι αμφίβολο, ωστόσο, κατά πόσο είχε εντρυφήσει στη φιλοσοφία αυτή, ακόμη κι αν δεχτούμε ότι η συναναστροφή του με τον Λύσι διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της σκέψης του ή επηρέασε τη συμπεριφορά του ως στρατηγού. Στην καλύτερη περίπτωση το επεισόδιο υπογραμμίζει ότι ο Επαμεινώνδας καταγόταν από μία από τις κορυφαίες αριστοκρατικές οικογένειες των Θηβών και ότι ο πατέρας του Πολύμνις ήταν επιφανής πολίτης και αρκετά πλούσιος ώστε να προσλάβει έναν δάσκαλο που μύησε το νέο στην τέχνη της ρητορικής και τη φιλοσοφία. Η φτώχεια του Επαμεινώνδα αποτελεί κατά πάσα πιθανότητα εφεύρεση των αρχαίων ιστοριογράφων, ενώ η ιδέα του φιλοσόφου-στρατηγού είναι πλάνη.

2. Πρώιμη στρατιωτική καριέρα και σχέση με τον Πελοπίδα

Το 385 π.Χ. ο Επαμεινώνδας υπηρετούσε σε ένα θηβαϊκό στρατιωτικό απόσπασμα που πολέμησε μαζί με τις σπαρτιατικές δυνάμεις στην Μαντινεία. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο (Πελοπίδας 4) ο Επαμεινώνδας έσωσε τη ζωή του Πελοπίδα κατά τη διάρκεια της μάχης, γεγονός που αποτέλεσε απαρχή της φιλίας τους και, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, τους έκανε συντρόφους στην πολιτική ζωή για τα επόμενα είκοσι έτη. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, οι δρόμοι τους σύντομα χώρισαν. Μετά την κατάληψη των Θηβών από τους Σπαρτιάτες το 382 π.Χ., ο Επαμεινώνδας δεν έφυγε στην εξορία, αντίθετα με τον Πελοπίδα και άλλα μέλη της «δημοκρατικής παράταξης». Όλες οι πηγές τον παρουσιάζουν ως μεγαλύτερο στην ηλικία του Πελοπίδα, ο οποίος γεννήθηκε μεταξύ του 410 και 405 π.Χ., οπότε ο Επαμεινώνδας πρέπει να ήταν λίγο μικρότερος από 40 ετών την εποχή της σπαρτιατικής επέμβασης στη Θήβα. Το γεγονός δε ότι παρέμεινε στην πόλη υποδηλώνει ότι δεν ήταν ανοιχτά αντίθετος με το φιλοσπαρτιατικό καθεστώς. Μολονότι φέρεται να συστρατεύτηκε με τους απελευθερωτές της Θήβας μετά την επίθεσης μιας ομάδας εξορίστων το 379 (Πλούταρχος Πελοπίδας 12), οι πηγές δεν αναφέρουν το όνομά του μεταξύ των πρώτων εκλεγμένων βοιωταρχών (επικεφαλής βοιωτικών πόλεων), ενώ δεν καταγράφεται σαφώς και κανένα άλλο υψηλό αξίωμα για τον Επαμεινώνδα κατά τη διάρκεια του βοιωτικού πολέμου ανεξαρτησίας. Το εύλογο συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι, ενώ πιθανότατα συνεργάστηκε με τον Πελοπίδα και τους υπόλοιπους απελευθερωτές, ο ρόλος του Επαμεινώνδα ήταν πιο σύνθετος απ’ ό,τι διαφαίνεται στη μεροληπτική μαρτυρία του Πλουτάρχου.

3. Ο Επαμεινώνδας ως βοιωτάρχης

Ως βοιωτάρχης ο Επαμεινώνδας περνά στο προσκήνιο κατά τη σύνοδο ειρήνης στην Σπάρτη το 371 π.Χ. Σε μια διάσημη ρητορική αντιπαράθεση, ο βασιλιάς Αγησίλαος απαίτησε από τους Θηβαίους να μην περιορίσουν την αυτονομία των υπόλοιπων Βοιωτών. Ο Επαμεινώνδας συμφώνησε, αλλά έθεσε ως όρο οι Σπαρτιάτες να παραχωρήσουν αυτονομία στους Μεσσήνιους. Το αδιέξοδο επιλύθηκε στη Μάχη των Λεύκτρων στην κεντρική Βοιωτία (371), όπου ο Επαμεινώνδας επικεφαλής του βοιωτικού στρατού κατέφερε καίριο πλήγμα στους Σπαρτιάτες και τους συμμάχους τους. Η προσεκτικά μελετημένη στρατηγική και οι περίτεχνοι τακτικοί ελιγμοί του, και όχι η φιλοσοφία, τον οδήγησαν να παρατάξει τους Βοιωτούς σε μια λοξή γραμμή μάχης, γεγονός που επέτρεψε στον Επαμεινώνδα να πλήξει τους Σπαρτιάτες στη δεξιά πτέρυγα του στρατεύματος.

Τα Λεύκτρα άνοιξαν το δρόμο προκειμένου οι Θηβαίοι να εγκαθιδρύσουν την ηγεμονία τους στον ελληνικό κόσμο. Ο Επαμεινώνδας (μαζί με τον Πελοπίδα) εξελίχθηκαν σε πρωτεργάτες αυτής της πολιτικής. Τον επόμενο χρόνο ξεκίνησε σειρά εκστρατειών που οδήγησαν στην απελευθέρωση της Μεσσήνης και, εντέλει, συντέλεσαν την παρακμή της σπαρτιατικής δύναμης (370, 369, 367 π.Χ.). Αυτές οι επιλογές του ίσως να προκάλεσαν αντιδράσεις, οι οποίες κορυφώθηκαν σε μια επεισοδιακή δίκη με τον Επαμεινώνδα και τους άλλους βοιωτάρχες κατηγορούμενους στις αρχές του 369. Μολονότι η δίκη τερματίστηκε προτού προκύψει κάποια απόφαση, ο Επαμεινώνδας απέτυχε να επανεκλεγεί βοιωτάρχης το 368 (Πλούταρχος Πελοπίδας 25.3). Οι εκστρατείες στην Πελοπόννησο συνεχίστηκαν το 367 και συμπληρώθηκαν με τις επιχειρήσεις του Πελοπίδα στην κεντρική και τη βόρεια Ελλάδα.

4. Πολιτική και εξωτερικές υποθέσεις

Παράλληλα, ο Επαμεινώνδας εγκαινίασε ένα πρόγραμμα ενίσχυσης του πολεμικού ναυτικού με σκοπό τη διεύρυνση της θηβαϊκής επιρροής στο Αιγαίο (Διόδωρος 15.79.1). Περί τα μέσα της δεκαετίας του 360 τιμήθηκε με τον τίτλο του προξένου από την πόλη της Κνίδου στη Μικρά Ασία, γεγονός το οποίο είναι δηλωτικό της πολιτικής του. Μια τέταρτη εισβολή στην Πελοπόννησο προκλήθηκε από διαμάχες στο εσωτερικό της Αρκαδικής Συμμαχίας. Καθώς Βοιωτοί και Σπαρτιάτες υποστήριζαν διαφορετικές παρατάξεις εντός αυτής της συμμαχίας, η σύγκρουση κορυφώθηκε στη μεγάλη μάχη της Μαντινείας (362 π.Χ.). Η μάχη ήταν αμφίρροπη (Ξενοφών Ελληνικά 7.5.1-27), ο Επαμεινώνδας όμως τραυματίστηκε και υπέκυψε στο ίδιο πεδίο μάχης όπου 23 χρόνια πριν είχε σώσει τη ζωή του Πελοπίδα. Ο Επαμεινώνδας απεβίωσε άκληρος. Σύμφωνα με την παράδοση δεν είχε μετανιώσει γι’ αυτό, καθώς είχε αφήσει πίσω του «δύο αθάνατες κόρες, τους θριάμβους στα Λεύκτρα και την Μαντινεία» (Διόδωρος 15.87.6).

5. Κληρονομιά και μεταθανάτιες τιμές

Η Θηβαϊκή Ηγεμονία άλλαξε ριζικά τις ισορροπίες δυνάμεων στην αρχαία Ελλάδα, ωστόσο δεν δημιούργησε μια μακρόβια νέα τάξη πραγμάτων. Οι προσπάθειες των Θηβαίων να εδραιώσουν την ηγετική τους θέση δεν έγιναν αποδεκτές ούτε από τους συμμάχους τους, ούτε από τους υπόλοιπους Έλληνες. Η ηρωική μνήμη του Επαμεινώνδα λοιπόν εδράζεται κυρίως στα κατορθώματα του εναντίον των Σπαρτιατών στα πεδία των μαχών και στο γεγονός ότι εντέλει συνέθλιψε την στρατιωτική τους κυριαρχία. Η ιδέα αυτή εκφράζεται και στο επίγραμμα που καταγράφεται από τον Παυσανία (9.15) και αργότερα από τον Κικέρωνα, που ανακήρυσσε τον Επαμεινώνδα ως «κορυφαίο άνδρα της Ελλάδας». Ελαιογραφίες από τους Isaac Walraven (1726) και Benjamin West (1773) απεικονίζουν τη στιγμή του θανάτου του. Ένας σύγχρονος ανδριάντας του Επαμεινώνδα έχει στηθεί στη διασταύρωση των οδών Επαμεινώνδα και Πινδάρου στη Θήβα εις μνήμη του διασημότερου στρατηγού της πόλης.